Τρίτη 25 Σεπτεμβρίου 2012

Ανρί ντε Μοντερλάν (Henry de Montherlant) - Για μένα η αυτοκτονία είναι μια διέξοδος




Εσπερινός

Στάδιο, απέραντη σιωπή και μοναξιά. Οι προβολείς αργοσβήνουν
ένας ένας.
Τα παράθυρα στ' αποδυτήρια σκοτεινιάζουν με μιας. Κάτι τι
σβήνει, χάνεται.
Εκεί κάτω, μονάχο του ένα αγόρι, ρίχνει το δίσκο στο σκοτάδι.
Το φεγγάρι ανεβαίνει, Το αγόρι είναι μόνο. Μοναδικό φωτεινό
σημείο στο γήπεδο.
Είναι ολομόναχο. Παίζει για τον εαυτό του την αγνή και χαμένη
μουσική του,
τη μάταια προσπάθειά του, την ομορφιά που θα πεθάνει αύριο,
Ρίχνει το δίσκο στ' ολοστρόγγυλο φεγγάρι, σαν για μια κάποια πανάρχαια ιεροτελεστία, λειτουργός της Θεάς Μητέρας, νεωκόρος
του απείρου.
Μόνος - τόσο μόνος, - κει κάτω. Λέει την αγνή και χαμένη προσευχή του.

μτφ:
 Καίτη Κάστρο
- από την
 Νέα Εστία τχ.1088 / Νοέ. 1972



[από τα]
 Έξι δοκιμιακά σημειώματα για τον "Άρχοντα του Σαντιάγο"

Το πάθος συνεπάγεται τη θανάτωση χιλίων πραγμάτων που του είναι ξένα. Αν μπόρεσα να γράψω (στο
 Mors et vita) πως η αδιαφορία υπήρξε ένα από τα πάθη της ζωής μου, είναι σίγουρα γιατί τοποθετούσα στην ίδια γραμμή ένα άλλο πάθος, που είχε γεννήσει μέσα μου αυτή τη σωτήρια αδιαφορία. Όπως το δέντρο αφήνει να πέσουν τα ξερά του φλούδια και μένει ακμαίο και δυνατό, το πάθος μεταφέρει την ανθρώπινη ύπαρξη από έναν πολλαπλό κόσμο όπου χανόταν στη δική του μοναδικότητα, όπου ξανανιώνει και ενδυναμώνεται.

Ένα από τα άλλα ευεργετήματα του πάθους είναι ότι η ψυχική κατάσταση που δημιουργεί στερείται ματαιοδοξίας, που είναι σ' αυτό τον κόσμο ένα από τα πιο γελοία αισθήματα.

Τι ωραίο αν η ψυχή μπορούσε χωρίς πάθος να είναι όπως όταν κυριαρχείται απ' αυτό! Κυριαρχημένη από το πάθος απογυμνώνεται από τη ματαιοδοξία, είναι ορμητική, σκληρή, έτοιμη για όλες τις θυσίες και όλες τις γενναιοδωρίες' εφευρετική επίσης, γεμάτη φαντασία' και πάνω απ' όλα ενεργητική, τρελά ενεργητική. Ο άνθρωπος μπορεί να αναπτύξει για την ικανοποίηση του πάθους του τόσην ενέργεια, να αντλήσει τόσο βαθιά στα αποθέματά του, που για όλα τα άλλα να μην έχει πια καμιά δύναμη. Ο κόσμος τον νομίζει νωθρό και απαθή ενώ είναι τέρας θελήσεως - σε τομέα όμως που ο κόσμος δεν καταλαβαίνει.
*
 
Ζούμε στην εποχή της ξεδιάντροπης απάτης, όπου πάντα πιστοποιείται με βεβαιότητα πως το άσπρο είναι μαύρο. Οι άνθρωποι απρόσεκτοι, αποκτηνωμένοι και αμαθέστατοι, τελικά το πιστεύουν. Σε όλους τους τομείς: στον πολιτικό, στον κοινωνικό, στον καλλιτεχνικό, στον λογοτεχνικό.
Φεβρ. 1968

μτφ:
 Δημ. Σ. Αθανασόπουλος
- από την
 Νέα Εστία τχ.1674-1675 / Νοέ. 1997



[από τα]
 Καρνέ 1958-1964

Πόσο καιρό χάνουν οι άνθρωποι για να βρουν μιαν αγάπη! δεν ξέρω πού το 'γραψα: "Το ν' αγαπιέσαι είναι μια κατάσταση που αρμόζει μόνο στις γυναίκες, στα ζώα και στα παιδιά"
*
 
Οι άνθρωποι σέβονται τόσο πολύ τον θάνατο, για το τόσο λίγο που σέβονται τη ζωή.
*
 
Η τέχνη για να επιβιώνετε στην κοινωνία είναι η τέχνη να δίνετε στους ανθρώπους την αίσθηση ότι υπάρχουν για σας ή απλώς ότι υπάρχουν.
*
 
Λείπουν πολλά πράγματα από τον σύγχρονο κόσμο. Αλλά πριν απ' όλα, η ευφυΐα - η αληθινή, όχι εκείνη των διανοουμένων, - και η ευσπλαχνία, - η αληθινή, όχι εκείνη των ανθρώπων που κάνουν καρριέρα μες στον αλτρουισμό.
*
 
Δεν θυμάμαι έργα που έχω γράψει, αλλά έχω την αίσθηση πως τάχω γράψει κι' αυτό μού αρκεί. Δεν θυμάμαι ηδονικές συγκινήσεις που είχα, αλλά την αίσθηση πως τις είχα κι' αυτό μού αρκεί.

απόδοση:
 Γ. Κ. Καραβασίλης
- από
 Το Δέντρο τχ.16 / Μάρτιος 1982




[από το]
 La Reine Morte

Έχω την εντύπωση πως έγινα για να στηρίζομαι στις θάλασσες του μηδενός... Ξεχύνομαι σαν τον άνεμο στην έρημο, που αφού πρώτα σαρώσει κύματα άμμου, σαν ολάκερα φορτία, στο τέλος σκορπιέται και χάνεται... δίχως τίποτα ν' απομένει...

Δε μπορώ να βγω από τη φυλακή που είμαι για τον ίδιο μου τον εαυτό' όλο το κακό που γίνεται στη Γη, γίνεται από τους "πιστεύοντας" και τους φιλόδοξους... Είναι πλάνη να νομίζει κανείς πως ο άνθρωπος έχει κάποιον προορισμό εδώ κάτου... Καθε τι που ζει, φθείρεται... Μονάχα η ευφυΐα έχει την ικανότητα να σε κάνει ν' απέχεις...

μτφ:
 Μαρία Αρκαδίου
- από την
 Νέα Εστία τχ.1098 / Απρ.1973




...για μένα η αυτοκτονία είναι μια διέξοδος, όταν δεν θα μπορώ πια, να βλέπω, να εργάζομαι, μήτε να χαίρομαι... Μου είναι αδύνατο να υποφέρω τον εαυτό μου ανάπηρο, τυφλό και βάρος των άλλων. Και για να τ' αποφύγω όλα αυτά, μονάχα ένας τρόπος υπάρχει, η αυτοκτονία...

μτφ:
 Μαρία Αρκαδίου
- από την
 Νέα Εστία τχ.1098 / Απρ.1973



Στο γιο του:
21/9/1972

Ακριβέ μου Κλωντ
Τυφλώνομαι.
Αυτοκτονώ.
Σ' ευχαριστώ για όλα όσα έχεις κάνει για μένα.
Η μητέρα σου κι εσύ είστε οι μόνοι κληρονόμοι μου.

Πολύ στοργικά
Μοντερλάν


Henry de Montherlant (1895–1972)
[
Henry
Marie Joseph Frédéric Expedite Millon de Montherlant]
Στις 21 Σεπτεμβρίου, στο σπίτι του, στις 4:00 το απόγευμα. Με αυτοπυροβολισμό στον λαιμό και έχοντας πάρει μια κάψουλα υδροκυανίου. Σχεδόν τυφλός και καταβεβλημένος από ανίατη ασθένεια. Αφήνοντας στο γραφείο του επιστολές προς τον γιο του, την Αστυνομία και τις εισαγγελικές αρχές.
 








Ιστορίες ετεροφοβικής δυστυχίας από τον Ανρί ντε Μοντερλάν

«Εν αρχή ην ο πόθος»

Γράφει ο Τάκης Θεοδωρόπουλος ,


Ο ΠΙΕΡ ΚΟΣΤΑΛΣ ΕΙΝΑΙ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ, ΚΑΙ 
ΔΗ ΕΠΙΤΥΧΗΜΕΝΟΣ. ΕΠΕΙΔΗ ΜΑΛΙΣΤΑ ΖΕΙ
 
ΣΤΟ ΠΑΡΙΣΙ, ΣΤΗ ΔΕΚΑΕΤΙΑ ΤΟΥ ΄20, ΣΕ ΜΙΑ
 
ΕΠΟΧΗ ΔΗΛΑΔΗ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΟΠΟΙΑ Η ΑΛΛΗΛΟΓΡΑΦΙΑ
 
ΔΙΑΤΗΡΕΙ ΑΚΟΜΗ ΤΑ ΕΚΦΡΑΣΤΙΚΑ
 
ΤΗΣ ΠΡΟΝΟΜΙΑ, ΤΟ ΓΕΓΟΝΟΣ
 
ΟΤΙ ΕΙΝΑΙ ΚΑΙ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ ΚΑΙ ΕΠΙΤΥΧΗΜΕΝΟΣ
 
ΤΟΝ ΥΠΟΧΡΕΩΝΕΙ ΝΑ ΑΝΤΑΛΛΑΣΣΕΙ
 
ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ
 

Δεν ξέρουμε πόσοι φάκελοι φτάνουν ως το γραμματοκιβώτιό του κάθε μέρα, εκείνο όμως που μαθαίνουμε είναι ότι οι επιστολές που του γράφει η Αντρεά Χακεμπό από το ΣενΛεονάρ είναι μακροσκελείς, οι φάκελοι που τις περιέχουν είναι ογκώδεις με αποτέλεσμα πολλές φορές τα γραμματόσημα που τους έχει κολλήσει να μη φτάνουν και ο παραλήπτης να αναγκάζεται να πληρώσει επιπλέον. Αυτό δεν αρέσει καθόλου στον συγγραφέα Πιερ Κοστάλς ο οποίος και παραλαμβάνει τις επιστολές. 

Δεν νομίζω εδώ πως χρειάζεται να προσθέσω ότι η Αντρεά Χακεμπό θαυμάζει τον Κοστάλς εφ΄ όλης της ύλης. Τον θαυμάζει και ως συγγραφέα και ως άντρα, γενικά τον θαυμάζει όπως κάθε άντρας συγγραφέας θεωρεί ότι πρέπει να τον θαυμάζει μια γυναίκα, κάτι που ευτυχώς ή δυστυχώς δεν συμβαίνει πάντα.
 



Άτυχη ερωτική σχέση


Και κάπως έτσι αρχίζει το δράμα αυτού του μυθιστορήματος. Το δράμα μιας άτυχης ερωτικής σχέσης, μιας δυστυχισμένης ιστορίας έρωτα που δεν ολοκληρώθηκε ποτέ, μιας εν γένει υπαρξιακής δυστυχίας η οποία αποδεικνύει για μια ακόμη φορά ότι όχι μόνον οι ευτυχισμένες οικογένειες δεν μπορεί να ενδιαφέρουν την καλή λογοτεχνία, όπως λέει ο Τολστόι, αλλά ούτε και οι ευτυχισμένοι ερωτικοί δεσμοί. Όπου η πλήξη των μεν ανταγωνίζεται την πλήξη των δε και η λογοτεχνία αναζητά την ευτυχία της στη δυστυχία των άλλων. 

Στην περίπτωσή μας το μερίδιο της δυστυχίας το μονοπωλεί σχεδόν η Αντρεά Χακεμπό. Αυτή έχει ερωτευθεί τον συγγραφέα της ο οποίος δεν την έχει ερωτευθεί, αυτή
 του γράφει επιστολές επί 4 συναπτά έτη, στις οποίες ο ενδιαφερόμενος ενίοτε απαντά, αυτή παρ΄ ότι είναι νεώτερή του- μόλις 30 ετών και παρθένος επιπλέον- δεν μπορεί να τον γοητεύσει διότι αυτή, αν και πνευματώδης, αν και υποψιασμένη για τις χάρες της λογοτεχνίας, είναι δυστυχώς αποκλεισμένη από τις χάρες του έρωτα αφού, κατά τη γνώμη του συγγραφέα όχι μόνον δεν διαθέτει καμία απολύτως γυναικεία χάρη αλλά του θυμίζει και τον αδελφό του παππού του. 

Επειδή όμως ο Μοντερλάν δείχνει να γνωρίζει πολύ καλά ότι στη λογοτεχνία, όντως, οι ευτυχισμένοι χαρακτήρες δεν έχουν κανένα απολύτως ενδιαφέρον, ότι ο ψυχικός παράδεισος είναι εξίσου πληκτικός με τον χριστιανικό τοιούτο, εντοπίζει από την πρώτη κιόλας στιγμή το στίγμα της δυστυχίας του πρωταγωνιστή του. Αυτός, κατά τα λεγόμενά του, πάσχει από τη χειρότερη μορφή δυστυχίας που μπορεί να βάλει ο νους του ανθρώπου και η οποία συνίσταται, απλοελληνιστί, στο να σε αγαπούν χωρίς εσύ να μπορείς να αγαπάς.
 

Ο άνθρωπος δεν ξέρει τι να κάνει. Και εννοείται ότι αυτό που κάνει είναι να προσκολληθεί στη δυστυχία του και στην αλληλογραφία του επιχειρώντας διά της προσκολλήσεως την αποκόλλησή του. Η στάση, όπως καταλαβαίνετε, παρεξηγείται από την ενδιαφερομένη Αντρεά η οποία του επισημαίνει ότι ενώ αντιστέκεται της προσφέρεται - με άλλα λόγια την κρατάει στην τσίτα- και η οποία προβαίνει σε μια σειρά προτάσεων για να επιτύχει την έξοδό της από τον συναισθηματικό βάλτο που της έχει προκύψει. Στην αρχή του δηλώνει ότι της αρκεί να ξέρει ότι εκείνος βρίσκεται στην άλλη άκρη του νήματος της αλληλογραφίας, επισημαίνοντας ότι ακόμη και αν την αρνηθεί θα είναι ικανοποιημένη γιατί θα αρνηθεί αυτήν την ίδια, άρα θα την αντιμετωπίσει ως συγκεκριμένη οντότητα, κάτι που δείχνει να την ικανοποιεί.
 










ΤΑ ΚΟΡΙΤΣΙΑ

ΜΤΦ. ΛΟΥΙΖΑ ΜΗΤΣΑΚΟΥ, ΕΚΔ. ΙΝΔΙΚΤΟΣ, 2006 



Στην συνέχεια του προτείνει μία δίμηνη σχέση, με αυστηρή ημερομηνία λήξης, σαν γιαούρτι, γεγονός που δίνει την ευκαιρία στον συγγραφέα να διατυπώσει διάφορες σκέψεις για τη διαφορά του τρόπου που αντιλαμβάνονται την ευτυχία οι γυναίκες από τους άντρες. Όταν η δίμηνη σχέση απορρίπτεται, εκείνη αντιπροτείνει μία εβδομάδα σχέσης πριν εντέλει συμβιβασθεί με την απόρριψη την οποία η ίδια εκλαμβάνει ως μία μορφή αποδοχής αφού, όπως λέει και ο Μποντλέρ, «Η γυναίκα που δεν τη χαιρόμαστε είναι η γυναίκα που αγαπάμε». 

Ό,τι πάντως κι αν σημαίνει αυτό που λέει ο Μποντλέρ, η Αντρεά εγκαταλείπει τις σελίδες του μυθιστορήματος στην ίδια κατάσταση που μπήκε: λίγο πιο τσαλακωμένη συναισθηματικά, πλην όμως εξίσου παρθένα. Ποιο είναι το κέρδος θα μου πείτε;
 

Το κέρδος λοιπόν θα μπορούσε να είναι ένα ακόμη επιστολικό μυθιστόρημα με ευφυείς εκφραστικές ακροβασίες που αποδεικνύουν ότι ο έρωτας μοιάζει περισσότερο με φαντασιακή ταυρομαχία παρά με μελοδραματική ελεημοσύνη. Ένα ακόμη μυθιστόρημα που υπενθυμίζει ότι, όση φεμινιστική καλή θέληση κι αν διαθέτει η ανθρώπινη ψυχή, το χάσμα ανάμεσα στο αρσενικό και το θηλυκό παραμένει αγεφύρωτο, παρά την ισότιμη μεταχείριση από τα ταμεία συντάξεων και το εν γένει καθεστώς των εργασιακών σχέσεων. Υπάρχουν εννοείται ορισμένοι παράμετροι που μπορούν, αν όχι να το γεφυρώσουν, τουλάχιστον να θεραπεύσουν κάπως τον ίλιγγο που προκαλεί, όμως, ακόμη κι αν αυτές οι παράμετροι ενεργοποιηθούν το ρήγμα παραμένει ρήγμα. Εκείνο το «εν αρχή ην ο πόθος» που εκστομίζει κάποια στιγμή ο Κοστάλς εντάσσεται στις τάξεις αυτών των παραμέτρων, πλην όμως κι αυτό μοιάζει εντελώς ανεξέλεγκτο και πάντως όχι ερμηνεύσιμο. Ο ίδιος ο συγγραφέας θα ριχτεί στο κυνήγι της νεαρής Σολάνζ η οποία φευ δεν τον θαυμάζει, μπερδεύει τα βιβλία του με βιβλία άλλων, δεν επιδεικνύει την εκφραστική της δεινότητα γράφοντας επιστολές, πλην όμως του θυμίζει «θαλασσινή Αφροδίτη μες στο κοχύλι της».

πηγή: http://www.tanea.gr/





Ο ΜΙΣΟΓΥΝΙΣΜΟΣ ΚΑΙ Ο «ΜΠΛΑΖΕΔΙΣΜΟΣ»

Τον Ανρί ντε Μοντερλάν, εκτός από «ομοφυλόφιλο της Δεξιάς» όπως τον χαρακτηρίζει μια ιστοσελίδα, τον είπαν και «μισογύνη». Εδώ που τα λέμε δεν είχαν και πολύ άδικο. Είναι ένας τύπος μισογυνισμού ο οποίος στηρίζεται σε ένα γερό γεωλογικό στρώμα μπλαζεδισμού και μιας εν γένει απαξιωτικής στάσης απέναντι σε οποιαδήποτε μορφή συνεύρεσης. Προς το τέλος του κειμένου ο αναγνώστης μπορεί να απολαύσει μια αρκούντως καυστική καταγραφή των συμπτωμάτων της μεγαλοαστικής ζωής στο Παρίσι της εποχής. Τον συγγραφέα, εννοείται, τον απωθεί με τον ίδιο τρόπο που τον απωθεί ο έρωτας της επιστολογράφου του: αντιστεκόμενος της προσφέρεται. 

Οφείλω να ομολογήσω ότι το ενδιαφέρον σ΄ αυτήν τη στάση ζωής είναι η μοναχικότητά της, η άρνηση της ύπαρξης του άλλου, ένα είδος πρωτογενούς εξέγερσης απέναντι στις συνθήκες της συνύπαρξης. Το δυσάρεστο είναι ο κυνισμός της, ένα συνεχές ναρκισσιστικό αναμάσημα του αυτισμού το οποίο οδηγεί σε μια νεκροφάνεια των αισθήσεων και των αισθημάτων.
 

Παρθένα τριαντάρα

Αν υπάρχει μια «ομοφοβία», μια από τις πιο διαδεδομένες καραμέλες της πολιτικής ορθότητας σήμερα, υπάρχει σίγουρα και μια «ετεροφοβία», εξίσου, αν όχι περισσότερο, στερεότυπη με το ομοφοβικό αντίστοιχό της: το γυναικείο σύμπαν του Μοντερλάν χωρίζεται ανάμεσα σε μια έξυπνη, άσχημη και παρθένα τριαντάρα, μια χριστιανή Τερέζα και μια μάλλον ηλίθια πλην όμως σέξι Σολάνζ. Ευτυχώς ή δυστυχώς, ανάλογα με το πού τοποθετείται κανείς, τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά. 

Σίγουρα ο Μοντερλάν δεν είναι τυχαία περίπτωση. Και με την πρόζα του και με το θέατρό του διέγραψε μια εντελώς ιδιοσυγκρασιακή τροχιά στο στερέωμα του λογοτεχνικού 20ού αιώνα, ώσπου να αυτοκτονήσει το 1972 όταν πια έχασε την όρασή του. Στυλίστας, μ΄ αυτό το μπλαζέ βλέμμα που κάποτε μπορεί να διεκδικούσε κάποια εύσημα πρωτοτυπίας και ειλικρίνειας, σήμερα όμως κουράζει επειδή ακριβώς μοιάζει να παίρνει πολύ στα σοβαρά και το στυλ του και τον μπλαζεδισμό του.
 

Μπορεί να ενδιαφέρει για την υπαρξιακή διάσταση που προσπαθεί να δώσει σε όλους τους κραδασμούς μιας ερωτικής σχέσης, κουράζει όμως με χαρακτήρες που θυμίζουν στερεότυπες φιγούρες και με την επίσης στερεότυπη ετεροφοβία του.
Πολύ καλή η μετάφραση της Λουίζας Μητσάκου.




ο Ανρί ντε Μοντερλάν στον Ανρί Ρολλάν

27.2.48
Αγαπητέ μου Ανρί Ρολλάν,
Σας στέλνω αυτό το γράμμα για να διευκρινίσω όσα σας είπα πριν από λίγες μέρες - και σας τα είπα άσχημα, γιατί ήμουν εκτός εαυτού μ' αυτή την ιλαροτραγωδία του βεστιαρίου στο θέατρο Hébertot. Σήμερα σας γράφω με ψυχραιμία.

Εδώ και τρεις εβδομάδες που παρακολούθησα την παράσταση αφεθήκατε να παρασυρθείτε από τη φυσική κλίση της ιδιοσυγκρασίας σας σε κατεύθυνση αντίθετη όσων είχαμε συμφωνήσει στις πρόβες, που ήταν: να αποδοθεί με δύναμη και σκληρότητα μόνον ό,τι είναι απολύτως αναγκαίο για να συντηρείται άγρυπνη (ή να ξυπνάει) η προσοχή του κοινού, και όλα τα άλλα να δοθούν είτε με α π λ ό τ η τ α, είτε με β ά θ ο ς, είτε με π ό ν ο. Η συνεχής σκληρότητα που έχει τώρα η ερμηνεία σας αυτοαναιρείται και, επιπλέον, κουράζει. Θυμόσαστε τι μου είχατε πει; «Στις ερμηνείες μας το παρακάνουμε πάντα με υπερτονισμούς».

Εκτός αυτού, καταλήγετε να κάνετε τον ήρωά μου αποκρουστικό, κι αυτό δεν το θέλησα. Αυστηρός, σκληρός, λυπημένος, σίγουρα' όχι όμως αυτός ο δράκος, όχι αυτό το φρικτό γερόντιο το μεμψίμοιρο και δύστροπο, που συνεχώς κ ρ α υ γ ά ζ ε ι. Όσο, όταν βρίσκομαι μόνος στο γραφείο μου, εξεγείρομαι εναντίον εκείνων που μου λένε πως έπλασα ένα τέρας, άλλο τόσο, βγαίνοντας τώρα από το θέατρο, είμαι πρόθυμος να τους δώσω δίκιο. Αλλά εγώ ποτέ δεν θέλησα να κάνω τον ήρωά μου αντιπαθή, ούτε όμως και συμπαθή. Θέλησα να εμπνέει σεβασμό. Όπως τον βλέπω στη σκηνή, δεν εμπνέει πια σεβασμό, εμπνέει φρίκη, ακόμη και κάποια περιφρόνηση: «Στο κάτω-κάτω, ας μας αφήσει ήσυχους με τις συνεχείς του σκηνές!» Ήμουν μ α ζ ί του, τώρα εξεγείρομαι ε ν α ν τ ί ο ν του. Και είμαι αναγκασμένος να συμφωνήσω με πολλούς θεατές που μου γράφουν: «Δεν είναι έτσι ο Χριστιανισμός». Και τους καταλαβαίνω που βγαίνουν από το θέατρο ανάτριχοι. Η διολίσθηση έγινε αδιόρατα, χωρίς να την καταλάβει κανείς. Σας ζητώ να ξαναβρείτε το κλίμα της λ ι τ ό τ η τ α ς και του σ υ γ κ ρ α τ η μ έ ν ο υ π ό ν ο υ.

Σας τα λέω όλα αυτά με αμεσότητα, αγαπητέ μου Ρολλάν, και είναι απόδειξη της πολύ μεγάλης εκτίμησής μου για σας, για τον άνθρωπο και τον καλλιτέχνη. Ίσως προς στιγμήν δυσανασχετήσετε λίγο, αλλά σας ζητώ να σκεφθείτε. Θυμόσαστε με πόσον ε ν θ ο υ σ ι α σ μ ό ήρθα στο καμαρίνι σας πριν από τρεις εβδομάδες και σας είπα πως είσαστε τέλειος. Με την ίδια αυθορμησία σας λέω τώρα: προσοχή! Δεν χρειάζεται, βέβαια, να μπείτε στον κόπο να μου απαντήσετε.

Όπως και να 'ναι (σας το είπαν όλοι, ακόμη και όσοι σας σχολίαζαν), σ' αυτόν το ρόλο επιτύχατε την ωραιότερη δημιουργία της καριέρας σας. Μόνο που πρέπει να επανέλθετε στην ερμηνεία όχι ακριβώς της πρεμιέρας, αλλά των ημερών που την ακολούθησαν.

Πιστέψτε με, κτλ.

Montherlant

Υ.Γ.
Και, σας παρακαλώ, βρέστε άλλο τρόπο να προφέρετε το «Συχώρεσέ με, Μαριάνα, συχώρεσέ με!». Πρέπει να εκφράζει ολοκληρωτική αμηχανία. Και προχθές ήταν να να την κατσαδιάζατε.

Henry de Montherlant
Μετάφραση:
 
Δημ. Σ. Αθανασόπουλος


Από την
 Νέα Εστία τχ.1674-1657/ Νοέ.1997






ΜΟΝΤΕΡΛΑΝ ΑΝΡΥ ΝΤΕ

O Aνρί ντε Mοντερλάν γεννήθηκε το 1895 από οικογένεια με ρίζες καταλανικές και φοίτησε στο Jeanson-de-Sailly και το Sainte-Croix de Neuilly, τόποι που τον επηρέασαν αργότερα στη συγγραφή του. Yπηρετώντας στον στρατό στα χρόνια του A' Παγκοσμίου Πολέμου, και σημαδεμένος από την εμπειρία αυτή, γράφει το αυτοβιογραφικό μυθιστόρημα Songe, καθώς και το Chant funebre pour les morts de Verdun, με αναφορές στο στοιχείο του ηρωισμού κατά τον Mεγάλο Πόλεμο. Στο ίδιο μοτίβο, με αναφορές σε χαρακτήρες ηθικώς άμεμπτους και στις έννοιες της αδελφοσύνης και αρρενωπότητας, είναι και τα έργα της επόμενης περιόδου, όπως: Les Bestiaires, Les Olympiques, Aux fontains du desir, κ.λπ. Στην τετραλογία του Les jeunes filles, αφήνει να διαφανούν οι τάσεις μισογυνισμού του, εγγίζοντας όμως παράλληλα και την αναγνωστική επιτυχία και αναγνώριση. Tην ίδια περίοδο ταξιδεύει πολύ στη Mεσόγειο, κυρίως σε Iσπανία, Iταλία και Aλγερία. Mετά τον B' Παγκόσμιο Πόλεμο ασχολείται με τη συγγραφή θεατρικών έργων όπως τα La reine morte και Pasiphae. Στη δύση της ζωής του θα επιστρέψει στο μυθιστορηματικό είδος, με τα έργα Le chaos et la nuit, Les garcons και Un assassin est mon maitre. Aπό το 1960 μέχρι τον θάνατό του διετέλεσε μέλος της Γαλλικής Aκαδημίας. Έδωσε τέλος στη ζωή του αυτοκτονώντας στις 21 Σεπτεμβρίου 1972.








Henry de Montherlant
From Wikipedia, the free encyclopedia

Henry Marie Joseph Frédéric Expedite Millon de Montherlant (20 April 1895 – September 21, 1972) was a French essayistnovelist and one of the leading French dramatists of the twentieth century.[1]

Works

His early successes were works such as Les Célibataires (The Bachelors) in 1934, and the tetralogy Les Jeunes Filles (The Young Girls) (1936–1939), which sold millions of copies and was translated into 13 languages.[2] At this time, Montherlant traveled regularly, mainly to SpainItaly, and Algeria.
He wrote plays such as La Reine morte (1934), Pasiphaé (1936), Le Maître de Santiago (1947), Port-Royal (1954) and Le Cardinal d'Espagne (1960). He is particularly remembered as a playwright. In his plays, as well as in his novels, he frequently portrayed heroic characters displaying the moral standards he professed.
In Le Songe he described the courage and camaraderie of soldiers, based on his experiences in World War I. In the 1930s, he wrote numerous articles and books advocating intervention against Nazi Germany. During the German Occupation, his book L'Équinoxe de Septembre was banned by the German authorities. However, in Le Solstice de Juin, a book about the defeat of France in May and June 1940 (which he had covered as a reporter), he expressed his admiration forWehrmacht and claimed that France had been justly defeated. This earned him the reputation of a collaborator, and got him in trouble after the Liberation. Like many scions of the old aristocracy, he had hated the Third Republic, especially as it had become in the aftermath of the Dreyfus Affair.
Although not openly gay, Montherlant treated homosexual themes in his work, including his play La Ville dont le prince est un enfant (1952) and novel Les Garçons(The Boys), published in 1969 but written four or five decades earlier. He maintained a private correspondence with Roger Peyrefitte—author of Les Amitiés particulières (Special Friendships, 1943), also about sexual relationships between boys at a Roman Catholic boarding school.
Montherlant is remembered for his aphorism "Happiness writes in white ink on a white
page,"[3] often misquoted in the shorter form "Happiness writes white." [4]

Biography

Born in Paris France, a descendant of an aristocratic (yet obscure) Picard family, he was educated at the Lycée Janson de Sailly and the Sainte-Croix boarding school at Neuilly-sur-Seine. Henry's father was a hard-line reactionary (to the extent of despising the post-Dreyfus Affair army as too subservient to the Republic, and refusing to have electricity or the telephone installed in his house).
In 1912, he was expelled from the Sainte-Croix de Neuilly academy for a homosexual relationship with a fellow student. After the deaths of his father and mother in 1914 and 1915, he went to live with his doting grandmother and eccentric uncles.[2]
Mobilised in 1916, he was wounded and decorated. Marked by his experience of war, he wrote Songe ('Dream'), an autobiographic novel, as well as his Chant funèbre pour les morts de Verdun (Funeral Chant for the Dead at Verdun), both exaltations of heroism during the Great War.
Montherlant was attacked and beaten in the streets of Paris in 1968. He was seriously injured and blinded in one eye. The British writer Peter Quennell, who edited a collection of translations of Montherlant's works, recalls that Montherlant attributed the eye injury to "a fall"; he dates the incident to 1968, and mentions that Montherlant suffered from vertigo.[5]
After becoming almost blind in his last years, Montherlant died from a self-inflicted[6] gunshot wound to the head after swallowing a cyanide capsule in 1972.
His standard biography was written by Pierre Sipriot, and published in two volumes (1982 and 1990). It revealed that Montherlant, apparently throughout his life, had been an active paedophile.
[edit]Honours and awards
Les célibataires was awarded the Grand Prix de Littérature de l'Académie française and the English Northcliffe Prize. In 1960 Montherlant was elected a member of the Académie française, taking the seat which had belonged to André Siegfried, a political writer. His presentation speech dwelt mercilessly on the geography of New Zealand[7]. He was an Officer of the French Ordre national de la Légion d'honneur.
Reference is made to "Les Jeunes Filles" in two films by West German director Rainer Werner Fassbinder: Das kleine Chaos (1967) and Satansbraten (1977).[8] In the short film Das kleine Chaos the character portrayed by Fassbinder himself reads aloud from a paperback German translation of "Les Jeunes Filles" which he claims to have stolen.
[edit]Translations and adaptations
Terence Kilmartin, best known for revising the Moncrieff translation of Proust, translated some of Montherlant's novels to English, including a 1968 edition of the five volumes of Les Jeunes Filles.
In 2009, the New York Review of Books returned Montherlant to print in English by issuing Kilmartin's translation of Chaos and Night (1963) with a new introduction by Gary Indiana.
Christophe Malavoy directed and starred in a 1997 television movie adaption of La Ville dont le prince est un enfant.

Illustrated works


Some works of Henry de Montherlant were published in illustrated editions, today demanding large prices at book auctions and in book specialists. Examples include "Pasiphaé," illustrated by Henri Matisse, "Les Jeunes Filles", illustrated by Mariette Lydis, and others illustrated by Cami, Édouard Georges Mac-Avoy and Pierre-Yves Tremois.

References

  1. ^ http://www.britannica.com/EBchecked/topic/390970/Henry-Marie-Joseph-Millon-de-Montherlant
  2. a b Louis Begley (18 July 2007). "The Pitiless Universe of Montherlant"The New York Sun. Retrieved 2008-10-01.
  3. ^ "Le bonheur écrit à l'encre blanche sur des pages blanches." (Don Juan II, IV, 1048)
  4. ^ "The Pursuit of Happiness: A Letter to Thomas Jefferson Magazine", article by Lili Artel; Free Inquiry, Vol. 24, June 2004.
  5. ^ Quennell, Peter (1980). The Wanton Chase (First edition ed.). Lonon: Collins. ISBN 0-00-216526-0.
  6. ^ "Henry de Montherlant". The New York Review of Books. Retrieved 1 June 2009.
  7. ^ Refer to his speech on the site of the French Academyhttp://www.academie-francaise.fr/node/2541
  8. ^ Töteberg, Michael: Rainer Werner Fassbinder Rowohlt Taschenbuch Verlag, Reinbek bei Hamburg, 2002. p.23

External links





Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Κατερίνα Γώγου «Μου μοιάζει ο άνθρωπος μ' έναν ήλιο, που καίγεται από μόνος του»

  Γράφει η Θέκλα Γεωργίου Επιλογή μουσικής Θέκλα Γεωργίου και Κωνσταντίνος Κοκολογιάννης «Ο μόνος τρόπος να ζήσεις και να πεθάνεις είναι να ...