« Πόθος για Ζωγραφική »
Δυστυχής ίσως ο άνθρωπος, αλλά ο καλλιτέχνης
που τον ξεσκίζει ο πόθος!
Φλέγομαι να ζωγραφίσω εκείνη που μου φανερώθηκε
σπανιότατα και που δραπέτευσε ταχύτατα σαν κάτι όμορφο
και ποθητό που χάνει πίσω του ο ταξιδιώτης, παρασυρμένος
μέσα στη νύχτα. Πόσος καιρός ήδη πάει που
εξαφανίστηκε!
Είναι ωραία και κάτι περισσότερο από ωραία· είναι
εκπληκτική. Το μαύρο αφθονεί πάνω της: και το σύνολο
που εκείνη εμπνέει είναι νυχτερινό και βαθύ. Τα μάτια
της είναι δυο σπήλαια όπου σπιθίζει αμυδρά το μυστήριο
και το βλέμμα της λάμπει σαν αστραπή: είναι μια έκρηξη
μέσα στο έρεβος.
Θα μπορούσα να το συγκρίνω με μαύρο ήλιο, αν μας
ήταν δυνατόν να συλλάβουμε ένα μαύρο άστρο που διαχέει
το φως και την ευτυχία. Αλλά κατευθύνει τη σκέψη
μας μάλλον προς τη σελήνη, η οποία αναμφίβολα
σφραγίζει με την απειλητική επιρροή της· όχι η λευκή
σελήνη των ειδυλλίων, που μοιάζει με ψυχρή νύφη, αλλά
η δυσοίωνη και μεθυστική σελήνη, μετέωρη στο βάθος
μιας θυελλώδους νύχτας και κυνηγημένη από τα σύννεφα
που τρέχουν· όχι η ειρηνική και διακριτική σελήνη που
επισκέπτεται τον ύπνο των αγνών ανθρώπων, αλλά η σελήνη
η αποσπασμένη με βία από τον ουρανό, η ηττημένη
και εξεγερμένη, εκείνη που οι Θεσσαλές Μάγισσες την
εξαναγκάζουν σκληρά να χορεύει πάνω στο έντρομο γρασίδι!
Στο μικρό της μέτωπο κατοικούν η αποφασιστική θέληση
και ο έρωτας της λείας. Και όμως στο κάτω μέρος
αυτού του ταραγμένου προσώπου, όπου τα ευκίνητα πτερύγια
της μύτης εισπνέουν το άγνωστο και το ανέφικτο,
ξεσπά με ανέκφραστη χάρη το γέλιο ενός μεγάλου,
ερυθρόλευκου και ηδονικού στόματος, το οποίο μας κάνει να
ονειρευόμαστε το θαύμα ενός τεράστιου λουλουδιού που
ανθοβολεί σε ηφαιστειογενές έδαφος.
Υπάρχουν γυναίκες που εμπνέουν το πάθος να τις νικήσεις
και να τις απολαύσεις· τούτη εδώ όμως δημιουργεί
την επιθυμία να πεθάνεις αργά κάτω από το βλέμμα της.
Baudelaire, 1863
Από το βιβλίο «Περί της ουσίας του γέλιου και γενικά περί του κωμικού στις πλαστικές τέχνες»
μετάφραση-σχόλια-επίμετρο Λίζυ Τσιριμώκου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου