Τρίτη 20 Νοεμβρίου 2012

Βέητσελ Λίντσεϊ (Vachel Lindsay) - Ομοιοκαταλήξεις για ένα κομμάτι ψωμί


από τον Κωνσταντίνο Κοκολογιάννη


Ο Βέητσελ Λίντσεϊ ακολούθησε μαθήματα ζωγραφικής στο Art Institute of Chicago, δεν μπόρεσε όμως να αναδειχτεί. Έτσι εγκαταλείπει την τέχνη και άρχισε να περιφέρετε στις Ηνωμένες Πολιτείες γράφοντας ποιήματα. Η εμπειρία δύσκολη, αλλά γεμάτη ανθρωπιά, για τον πλανόδιο ποιητή που ανακάλυπτε τις παραδοσιακές αμερικανικές αξίες. Η ανάγκη του να γίνει κατανοητή από όλους η ποίησή του κατευθύνει τον ποιητή σε πιο λαϊκά μοτίβα ποιημάτων, ενθαρρύνοντας της χρήσης χειρονομιών και τεχνάσματα ονοματοποιϊκά. Ζούσε από τα έσοδα αυτοσχέδιων συνεδρίων ή τη γενναιοδωρία των ανθρώπων που απήγγειλε τα ποιήματα του με αντάλλαγμα ένα δωμάτιο για να κοιμηθεί.

Το 1912 ιδρύει τους Rhymes to Be Treated for Bread, οι οποίοι βασίζονται σε ένα είδος «Ευαγγέλιο της ομορφιάς» και επαναξιολογεί το λαογραφικό τοπίο των Ην. Πολιτειών (μαύρο και άσπρο). Το 1914 υπήρξε η πρώτη αναγνώριση με τη δημοσίευση της συλλογής The Congo. Ακολούθησαν  οι συλλογές The Chinese Nightingale (1917), The Golden Whales of California (1920) και το The Golden Book of Springfield  (1920), μια συλλογή δοκιμίων .

Η ποίηση του Lindsay έχει συχνά αντιφατικά στοιχεία, μερικές φορές κρύβει μια πολυλογία, ιδιαίτερα στις τελευταία συλλογές. Επηρέασε τους μετέπειτα αμερικάνους ποιητές και τη beat γενιά. Ο Άλλεν Γκίνσμπεργκ έγραψε ένα ποίημα για τον Λίντσει:

Στον Λίντσει

Βέητσελ, τ' άστρα είναι σβησμένα
σούρουπο στρώθηκε στο δρόμο του Κολοράντο
έν' αυτοκίνητο σέρνεται αργά διασχίζοντας τον κάμπο
το ράδιο μουγκρίζει τη τζαζ του μες στο αμυδρό φως
ο απογοητευμένος πλασιέ ανάβει έν' άλλο τσιγάρο.
Σε μιαν άλλη πόλη πριν από 27 χρόνια
βλέπω τη σκιά σου στον τοίχο
κάθεσαι με τις τιράντες σου στο κρεβάτι
το χέρι της σκιάς σηκώνει ένα πιστόλι ως το κεφάλι σου
η σκιά σου πέφτει στο πάτωμα.

Παρίσι 1958

(απόδοση: Αλέξης Τραϊανός, από το
 Δέντρο, τχ. 2, Μάιος 1978, πηγή: http://poem-for-you.blogspot.com)
  
Η επιστροφή στο Σπρίνγκφιλντ το 1929, σηματοδότησε την αρχή μιας σοβαρής καλλιτεχνική κρίση. Με καταβεβλημένη υγεία μετά από πολύμηνο ταξίδι, βυθισμένος στην κατάθλιψη, σε δεινή οικονομική κατάσταση και με την καριέρα του σε φθίνουσα πορεία. Εμφανίζει παρανοϊκά παραληρήματα με αιφνίδια ξεσπάσματα οργής δημόσια και με βίαιη συμπεριφορά προς τη γυναίκα του και τα παιδιά του. Οδηγήθηκε στην αυτοκτονία μετά από δύο χρόνια. Στις 5 Δεκεμβρίου 1931 κατάπιε απολυμαντικό υγρό. 




Ερωτευμένα φαντάσματα

"Πες μου, τα ερωτευμένα φαντάσματα
πού βρίσκουν τα νυφικά πέπλα τους;"

"Αν εσύ κι εγώ ήμασταν ερωτευμένα φαντάσματα
θα σκαρφαλώναμε στους γκρεμούς του Μυστηρίου
πάνω από την θάλασσα των Θρήνων.
Θα στόλιζα τα γκρίζα κυματιστά μαλλιά σου
με πέπλα της Φαντασίας
από το δέντρο της Μνήμης.
Εκεί τα ερωτευμένα φαντάσματα
βρίσκουν τα νυφικά πέπλα τους"

μετάφραση: Ιωάννα Μοάτσου-Στρατηγοπούλου

Ο ποταμός Κόγκο
(Σπουδή της νέγρικης φυλής)
-αποσπάσματα-

Ι. Η αρχέγονή τους αγριότητα
Ύστερα πέρα ως πέρα σ' εκείνη την ακροποταμιά,
σε χιλιάδες μίλια,
κανίβαλοι με στιγματισμένο το κορμί τους,
χόρευαν σε σειρές.
Τότε άκουσα τη βουή το λάγνου τραγουδιού
που διψούσε
 για αίμα
κι ένα κόκκαλο από μερί να χτυπά
ένα τενεκεδένιο γκογκ.
... ... ...

ΙΙ. Η αχαλίνωτη ευθυμία τους
Το εβένινο παλάτι υψώθηκε
ανάμεσα από τ' ανθισμένα δέντρα,
ως τον βραδινό ουρανό.
Οι στοές και τα παραθυρόφυλλα άστραψαν
από το χρυσάφι, το φίλντισι και το ελεφαντοκόκκαλο.
Κι ο μαύρος όχλος ξεκαρδιζόταν στα γέλια
ώσπου πονούσαν τα πλευρά του,
βλέποντας τον πίθηκο-αρχιτρίκλινο
στην αχάτινη πόρτα,
και για τις πασίγνωστες μελωδίες
της ορχήστρας των παπαγάλων
που τιτίβιζαν στους θάμνους της μαγικής εκείνης χώρας.
... ... ...

ΙΙΙ. Η ελπίδα της θρησκείας τους
Κι ο γκρίζος ουρανός ανοίχτηκε όμοιος με νιόκτιστο πέπλο,
και φάνηκαν οι απόστολοι με τους φολιδωτούς θώρακές τους.
Ντυμένοι με ατσάλι άσπρο, αστραφτερό,
κάθουνταν γύρω-γύρω,
και τα φλογερά τους μάτια παρακολουθούσαν
τα στριφογυρίσματα του Κόγκο.
Και οι δώδεκα απόστολοι από τον ψηλό τους θρόνο
έκαμαν ολάκερο το δάσος ν' ανατριχιάζει
με τη βαριά, ουράνια φωνή τους:

(Τραγουδιέται πάνω στο σκοπό: "Ακούστε δέκα χιλιάδες άρπες και φωνές").
"Ο Μπούμπο Τζούμπο θα πεθάνει στη ζούγκλα
ποτέ πια δεν θα σας ρίξει μάγια,
ποτέ πια δεν θα σας φέρει συμφορές,
ποτέ πια δεν θα σας ρίξει μάγια,
ποτέ πια δεν θα σας φέρει συμφορές".
... ... ...

μετάφραση:
 Δημήτρης Σταύρου
~
 Nέγροι ποιητές - Πρόσπερος, 1982


Ευκλείδης

Ο γέρο-Ευκλείδης χάραξε έναν κύκλο
πάνω στην αμμουδιά, πολλά-πολλά χρόνια πριν.
Τον μπέρδεψε και τον ένωσε
με διάφορες γωνίες, με διάφορους τρόπους.
Οι μαθητές του με τα γκρίζα γενάκια
νεύαν και συζητούσαν πολύ
για τόξα και περιφέρειες,
διάμετρο κι άλλα τέτοια.
Ένα παιδάκι σιωπηλό στεκόταν δίπλα
απ' το πρωί ως το μεσημέρι
βλέποντας να σχεδιάζουν τέτοιες χαριτωμένες
στρογγυλές ζωγραφιές του φεγγαριού.

μετάφραση:
 Τάσος Κόρφης
~
 Νέα Εστία - τχ. 976, Μάρτιος 1968


Ο Αβραάμ Λίνκολν βαδίζει τα μεσάνυχτα
στο
Springfield - Illinois

Είναι σημαδιακό και βαρυσήμαντο που εδώ,
μες στη μικρή μας πόλη, τα μεσάνυχτα,
μια πένθιμη μορφή βαδίζει εδώ κι' εκεί,
στο δικαστήριο το παλιό κοντά, χωρίς αναπαμό.

Σιμά στο σπιτικό του ή σε σκιερές αυλές
περιπλανιέται εκεί που τα παιδιά του συνηθίζανε να παίζουνε,
στην αγορά ή στο τριμμένο το λιθόστρωτο.
Με βήματα γοργά βαδίζει ώσπου να σβήσουν τ' άστρα τα ορθρινά!

Είναι λιγνόκορμος, στητός. Το χρώμα του προσώπου μπρούτζινο.
Η μαύρη του ξεθωριασμένη φορεσιά, η μπέρτα του η παλιά και το περίφημο ψηλό καπέλο του
φκιάνουνε τη μεγάλη αυτή παράξενη και κοσμαγάπητη μορφή,
το δικηγόρο τον αγροτικό και τον αφέντη μας.

Δεν ειμπορεί πια τώρα να κοιμάται στη λοφοπλαγιά του.
Ανάμεσά μας βρίσκεται όπως άλλοτες.
Κι' εμείς που ξαγρυπνούμε ώρες πολλές, βαθιάν ανάσα παίρνουμε
και τρέχουμε να τονέ δούμε, ως την πόρτα δρασκελά.

Με το κεφάλι του σκυφτό, τους βασιλιάδες συλλογιέται και την ανθρωπότητα.
Γιατί όταν ο κόσμος ο βαρύθυμος θρηνεί, πώς θα μπορούσε αυτός να κοιμηθεί;
Πλήθος αγρότες μάχονται χωρίς να ξέρουν το γιατί
και μες σε μαύρο τρόμο σπιτικά πολλά θρηνούν.

Οι αμαρτίες των αφεντάδων του πολέμου την καρδιά του καιν.
Βλέπει τα πλοία τα πολεμικά να σκίζουν τους ωκεανούς.
Σηκώνει τώρα πα στους ώμους, τους τυλιγμένους με την μπέρτα του,
του κόσμου όλες τις πίκρες, τη μωρία και τον πόνο του.

Δεν μπορεί να 'βρει αναπαμό ώσπου να φέξει στις ψυχές
η λαμπερή ελπίδα μιας Ευρώπης λεύτερης:
Των γνωστικών ανθρώπων η ένωση, των εργατών η Γη,
Ειρήνη φέρνοντας μακρόχρονη στους Κάμπους, στα Πελάγη, στα Βουνά!

Ραΐζεται η καρδιά του που οι βασιλιάδες είναι αναγκασμένοι ακόμα να σκοτώνουν,
που ο μόχτος του για τους ανθρώπους μοιάζει να 'ναι μάταιος.
Και ποιος μπορεί να φέρει την ειρήνη τη λευκή, που να μπορεί
και πάλι αυτός να κοιμηθεί πάνω στο λόφο του;

μετάφραση:
 Δημήτρης Σταύρου
~
 Νέα Εστία - τχ. 1304, Νοε. 1981


Η βροχή, το φεγγαρόφωτο και η δρόσο

[....]
Ώριμο στάρι κι ανεμώνες πορφυρές
ας χαρίσουμε στον κάθε απόκληρο του κόσμου,
μια γωνιά γαλήνια για το βράδυ,
κι από πάνω του τ' αστέρια να τον σκέπουν.

Ένα δίχτυ που το φως του φεγγαριού
να τυλίγει' και γρασίδι μες στον ήλιο'
ένα μέρος για δουλειά' κι όταν ο μόχτος
θα τελειώνει, μια γωνιά για τα όνειρά του.

μετάφραση:
 Δημήτρης Σταύρου
~
 Ανθολογία της Ευρωπαϊκής και Αμερικανικής ποιήσεως - εκδ. Παρουσία, 1999
(αναδημοσίευση από το βιβλίο
 Σύγχρονοι Αμερικανοί και Άγγλοι Λυρικοί)





Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Κατερίνα Γώγου «Μου μοιάζει ο άνθρωπος μ' έναν ήλιο, που καίγεται από μόνος του»

  Γράφει η Θέκλα Γεωργίου Επιλογή μουσικής Θέκλα Γεωργίου και Κωνσταντίνος Κοκολογιάννης «Ο μόνος τρόπος να ζήσεις και να πεθάνεις είναι να ...