Παρουσίαση ποιητικής συλλογής
ΛΕΞΕΙΣ
Νύχτες αφέγγαρες
δίχως άστρα
Κάποιες φορές η ψυχή μου.
Παθαίνω κρίσεις και συνέρχομαι
Και τότε…..
Οι νύχτες έχουν μόνο φεγγάρι.
..
Θα φτιάξω καράβια
Να ταξιδεύουν στη στεριά
Σε φουρτούνες και λιμάνια απάνεμα.
Ένα κεντρικό κατάρτι στη μέση
Με δύο πανιά
Καράβια φαγωμένα
Απ’ την αλμύρα
Της Γης.
..
Να ζωγραφίσω δεν γίνεται.
Πνίγομαι κι’ ανάσα δεν παίρνω.
από τον Κωνσταντίνο Κοκολογιάννη
Εχθές, 8-11-2012, είχαμε τη χαρά να βρεθούμε στα εγκαίνια της έκθεσης ζωγραφικής της Θεοδώρα Σουκιούρογλου, στην γκαλερύ ''Αισχύλου 83'' απέναντι από το γυμνάσιο Φανερωμένης στην παλιά Λευκωσία.
Στιγμιότυπο από τα εγκαίνια |
Στιγμιότυπο από τα εγκαίνια |
Κατά τις 8 η ώρα το βράδυ, με τη βροχή να κάνει έντονη την παρουσία της στην πόλη και αφού ταξιδέψαμε μέσα από τους πίνακες της ζωγράφου, ξεκίνησε η παρουσίαση της ποιητικής συλλογής της Θεοδώρας.
«Σ’
αυτή τη δουλειά έγραψα πρώτα και μετά ζωγράφισα», μας εξηγεί η δημιουργός και συνεχίζει.
«Την
επαφή που είχα με εκείνη την άλλη πλευρά, την σκοτεινή της ψυχής. Εκεί που το μυαλό
παλεύει να υπάρξει και ο πόνος μας εξυψώνει. Στους πίνακες είναι η κατάσταση
της ψυχής, στο βιβλίο η εξύψωση. Ζωγραφική και λέξεις είναι ένα. Περιγράφουν το
πρόσωπο το φανερό και το άλλο το κρυμμένο».
Το ημερολόγιο,
χωρίζεται σε 3 μέρη.
Το πρώτο μέρος,
σκιές στο χρόνο, είναι κι αυτό ένα ταξίδι. Ένα ταξίδι προς τον εσωτερικό κόσμο
της δημιουργού, με προορισμό την ψυχή της.
Βρίσκεται σε συνεχή αναζήτηση, έχει την εντύπωση ότι κάπου είναι κρυμμένη, διερωτάται
Που κρύβουν
τη ψυχή.
Ερωτήματα που
προσπαθεί να απαντήσει σε αυτό το δύσκολο και επώδυνο ταξίδι. Ένα ταξίδι που
την γεμίζει πληγές και πόνο, όπου ο φόβος για το άγνωστο καραδοκεί
Φοβάμαι το
άγνωστο που στέκει εκεί μπροστά μου...
αναφέρει η
ποιήτρια
Θέλει δύναμη και
θυσίες η αυτοπραγμάτωση.
Η Θεοδώρα
που προσπαθεί να κουβεντιάσει με τον
εαυτό της, να συμφιλιωθεί, να τον φιλέψει κι άλλοτε να τσακωθεί μαζί του.
Του γράφει μέσα από ένα ταξίδι στο χρόνο, στον
τόπο, στην αγωνία.
Σε αυτό το πρώτο
μέρος του ημερολογίου, ζούμε ένα ταξίδι στο χρόνο, στο χρόνο και την αγωνία του
Πέρασαν
τόσα χρόνια και είμαι εδώ
Στο κατώφλι
της ζωής,
Σ’ ένα
οριακό σημείο της ύπαρξης μου
Η Θεοδώρα γυρνάει
στο παρελθόν, θυμάται, μετανιώνει, κλαίει δάκρυα λύτρωσης.
Παρόλ’ αυτά δεν
μένει αγκιστρωμένη στο παρελθόν, κοιτάζει το παρόν, αναλογίζεται το μέλλον
Τα χνάρια
μπρος μου,
Αυτά που
δεν πάτησα ακόμη
Μα τα
βλέπω,
Το μέλλον.
μας αφηγείται και
μας αφήνει να συλλογιστούμε το αιώνιο ερώτημα
Υπάρχει ο
χρόνος τελικα;
Θεοδώρα Σουκιούρογλου |
ΕΝΑ ΤΑΞΙΔΙ
Ετοιμάζω τα πράγματα
μου,
Τετράδιο, χαρτιά,
μολύβια.
Τη ζώνη και το
μαχαίρι.
Τύλιξα τους
γεωλογικούς χάρτες στο σακίδιο,
Φόρεσα τα στολίδια
στο λαιμό
Και στο καρπό το
δερμάτινο βραχιόλι.
Έδεσα το μαντήλι στο
μέτωπο,
Δίπλωσα τα φτερά μου.
Σήμερα λέω να μην
πετάξω,
Να περπατήσω μόνο.
Το δεύτερο μέρος του
ημερολογίου, το καθεαυτό ταξίδι έχει τον υπότιτλο Της φύσης τα ποιήματα
Μέσα από τα δικά
της μάτια,μέσα από τις διαδρομές και τις συνομιλίες της με την φύση της Κύπρου
Μας Ταξιδεύει....
στον
Ακάμα:
Τη γαλήνια
θάλασσα κάτω στους γκρεμούς,
Πετράδι
ακατέργαστο.
Θυμάμαι τα
σύννεφα να σπρώχνουν τον ήλιο
Ψηλά στο
βουνό του Ακάμα
Στα Πέρα, στα Κιόνα, στον Πρόδρομο, στην Κοιλύνια.
Και όταν
διαβάσουμε και ξαναδιαβάσουμε τα ποιήματα,(γιατί ποιήματα είναι όλες οι ημερολογιακές της
καταθέσεις) Σε αυτό το δεύτερο μέρος, μας αποκαλύπτεται η τόσο δυνατή σχέση ανάμεσα
στη δημιουργό και τη φύση της Κύπρου.
Η φύση και η ψυχή της ποιήτρια γίνονται ένα.
Η Θεοδώρα καταφέρνει μέσα από την περιγραφή των τοπίων, να περιγράψει μια ψυχική
κατάσταση που είτε γεννιέται από τις
εικόνες που έχει μπροστά στα μάτια της,
είτε τη ψυχική της κατάσταση, τη συμμερίζεται η φύση, και σαν φίλη της,
συμπάσχει μαζί της.
όπως στο ποίημα ΠΡΟΔΡΟΜΟΣ 97
Γρήγορα
κατηφορίζει ο άνεμος
Να ρίξει
τους τοίχους
Να
ανασηκώσει το βρεγμένο χώμα.
Φωνάζει
Σπρώχνει
Θέλει χώρο,
Πλάνταξε.
Τα δέντρα
ζαλισμένα γονάτισαν.
Θεοδώρα Σουκιούρογλου |
ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΣΤΑΓΟΝΑ
Είχα στα χέρια μου ένα θαύμα.
Το έζησα,
Το ρούφηξα,
Το έπλασα ξανά και ξανά ως εκεί που άντεχα
Και λίγο πάρα πέρα.
Πήρα φόρα και βούτηξα στα νερά,
Δοκιμάστηκα.
Δεν άντεξα.
Όταν το θαύμα δεν κράτησα
Συνέχισα μόνη να περπατώ.
Μετά ένοιωσα τον απόηχο του.
Αφέθηκα στη θύμηση μέσα να παρασύρομαι
Και πόνεσα.
Τώρα λέω, πως έτσι έπρεπε να γίνει.
Τώρα που τέλειωσε.
Θέλω να ξαναγυρίσω πάλι στο ίδιο μέρος,
Στο σημείο που τα νερά χωρίστηκαν,
Στην όχθη του ποταμού
Όταν έκλαψα και ζήτησα,
Εκεί που γύρισα τον άνεμο
Και τάραξα το σύμπαν.
Κλαίω πάνω στα νερά.
Επιστρέφω και την τελευταία σταγόνα
Που πήρα.
Το τρίτο μέρος είναι άλλο ένα ταξίδι, με υπότιτλο Νερό είναι ο έρωτας
Ένα ταξίδι, στο
οποίο το νερό μετουσιώνεται σε έρωτα, σε δάκρυα, σε υγρά, σε ιερό ποτάμι.
Είναι μια βουτιά
στον έρωτα, στον πόθο, στα συναισθήματα που γεννιούνται.
Σ’ έναν έρωτα που
δεν υπάρχουν αρσενικά και θηλυκά ...
Στο νερό
κι’ επιπλέω.
Γυναίκα
είμαι και το νοιώθω.
Ερωτεύομαι
Υγραίνομαι.
Φουσκοθαλασσιά
η ψυχή.
θα ήθελα να
κλείσω με τα παρακάτω λόγια:
Το βιβλίο αυτό
πότε με ψίθυρους και πότε με κραυγές,
είναι η βαθιά και ειλικρινή φωνή μιας γυναίκας στην
πορεία της αυτοπραγμάτωσης.
.
Στην
αρχή το πρώτο κλάμα.
Μετά η
φωνή
Αργότερα
ο λόγος, η κραυγή
και
τέλος η ποίηση
Θεοδώρα Σουκιούρογλου |
ΑΝΙΔΙΟΤΕΛΕΙΑ
Είσαι μέσα μου και σε γεννώ.
Κάθε μέρα, κάθε μέρα.
Σε γεννώ και μου φεύγεις.
Δεν μπορώ να κάνω αλλιώς
Κι’ ας επιθυμώ το αντίθετο.
Δεν είναι που είμαι αδύναμη
Όχι…….
Να, θέλω να υπάρξεις.
Τρελό!
Γεννάμε και φεύγουν,
Αγαπάμε και φεύγουν.
ΑΧ ΨΥΧΗ ΜΟΥ
Τα πρώτα νερά είναι
ιερά.
Όπως τα δάκρυα μας.
Κουβαλάνε το χρόνο
τον ατελείωτο,
Την κάψα του
Καλοκαιριού.
Είναι τα πιο νέα,
Δεν τ’ αγγίζεις.
Έρχονται σαν ψίθυρος
Και περιμένεις.
Ξέρεις πως θα τ’
ακούσεις
Με φωνές παθιασμένες από μακριά να έρχονται
Ακράτητες
Μέσα στο χρόνο το
δικό τους.
Κι’ αν είναι νύχτα με
πανσέληνο
Κι’ αν είσαι τυχερός,
Το δρόμο βαθιά στη
κοίτη τους θα δεις.
Σκύψε κι’ ας τρέμει η
ψυχή,
Σαν να γνωρίζει πως
ζει
Το απόλυτο τώρα,
Την αιώνια φευγαλέα
ώρα
Των νερών.
Η Θεοδώρα Σουκιούρογλου είναι ζωγράφος με 7 ατομικές εκθέσης
Κατασυγκινήθηκα.
ΑπάντησηΔιαγραφήΕλπίζω να καταφέρω να πάω πριν κλείσει.
Πέτρος, petros@cyrus-org.net