Ευχή Ποιητή
Όταν παραμείνω νεκρός αρκετά χρόνια
Και στην ομίχλη συγκρούονται συνέχεια τα ταξιά
Καθώς γίνεται σήμερα (τα πράγματα θα μείνουν απαράλλαχτα)
Μακάρι να γενώ ένα χέρι δροσερό στο μέτωπο!
Στο μέτωπο κάποιου που τραγουδάει σιγανά, μες σ’ ένα αμάξι,
Διασχίζοντας την οδό Brompton, Marylebone ή Holborn,
Και κοιτάζει καθώς πολιορκεί το νου του με λογοτεχνία
Τα ψηλά μαύρα μνημεία μες στη χρυσή, πυκνή ομίχλη.
Ναι, μακάρι να γενώ η πένθιμη γενναία σκέψη
Που μυστικά κουβαλά κανείς στο θόρυβο των πόλεων,
Η παύση μιας στιγμής στον άνεμο που μας εξωθεί
Σαν αγόρια με χαμένα βήματα σε πανηγύρι.
Και μακάρι, η ταπεινή αρχή μου στην αιωνιότητα
Να τιμηθεί την ημέρα των Αγίων Πάντων
Μ’ ένα απέριττο στόλισμα, μια χούφτα χλόη.
μετάφραση Νίκος Σπανιάς
από το βιβλίο «Ανθολογία Γαλλικής Ποίησης» Χριστόφορος Λιοντάκης, εκδόσεις
Καστανιώτη
Alma Perdida
Δική σας,
ακαθόριστες λαχτάρες· ενθουσιασμοί·
σκέψεις μετά το
πρόγευμα· διαχύσεις της καρδιάς·
μαλάκωμα ύστερ'
από την ικανοποίηση
των αναγκών των
φυσικών· αναλαμπές του
πνεύματος·
διαταράξεις
όταν γίνεται η
χώνεψη· ηρεμία
μετά την καλή
χώνεψη· χαρές χωρίς αιτία·
ταραχές της
κυκλοφορίας του σώματος· ερωτικές
ενθύμησες·
μυρωδιά θυμαριού
στο μπάνιο το πρωί· όνειρα
ερωτικά·
μεγάλο
καστιλιάνικο κέφι μου, απέραντη
πουριτάνικη θλίψη
μου, προσωπικά μου γούστα·
σοκολάτες,
μπομπόνια τόσο που να καίν,
ζαχαρωμένα,
παγωμένα πιοτά·
πούρα που σε
μουδιάζουνε· και σεις, που φέρνετε
ύπνο, σιγαρέτα·
χαρές της
γρηγοράδας· γλύκα τού να 'σαι
καθισμένος·
καλοσύνη
του ύπνου μες στ'
απόλυτο σκοτάδι·
μεγάλη ποίηση των
πιο κοινών πραγμάτων·
μικροπεριστατικά,
ταξίδια·
ατσίγγανοι·
περίπατοι με το έλκηθρο· βροχή στη
θάλασσα·
τρέλα μιας νύχτας
πυρετού, μόνος με μερικά βιβλία·
απάνω-κάτω του
καιρού και της θερμοκρασίας·
στιγμές από μι'
άλλη ζωή ξαναφερμένες· θύμησες·
προφητείες·
κι εσείς
λαμπράδες της κοινής ζωής και της
συνηθισμένης,
δική σας η χαμένη
αυτή ψυχή.
μετάφραση Μήτσου Παπανικολάου.
NEVERMORE…
Nevermore…Κι
ύστερα, σουτ!
Υπάρχουν
επιδράσεις αστρικές ολόγυρά μου.
Βρίσκομαι
ασάλευτος σ’ ένα δωμάτιο ξενοδοχείου
γεμάτο φως
ηλεκτρικό ασάλευτο…
Πώς θα ’θελα να
πλανηθώ, μες στην αυγή την κίτρινη, σε
κάποιο πάρκο
μεγάλο και
καταχνιασμένο και γεμάτο πασχαλιές λευκές.
Φοβάμαι πως θά
’χω φριχτούς εφιάλτες.
Κι είναι τόσο
πολύ το φως που νομίζω πως κρυώνω.
Ίσως και να
πεινάω πράγματα άγνωστα.
Αχ! δώστε μου το
βραδινόν αγέρα στους λειμώνες,
και του
φρεσκοκομμένου χόρτου την οσμή,
όπως στη Βαυαρία
κάποια βραδιάν, απόβροχο,
στη λίμνη του Στανμπέργκ,
ή ακόμα τα
αισθήματα πού ’χα πριν ένα χρόνο
κοιτάζοντας από
τη γέφυρα του γιωτ μου
ν’ ανοίγει μπρος
μου πράσινος και ροζ ο κόλπος της
Γκραβόζα…
Μετάφραση : Μήτσος Παπανικολάου
ΕΡΑΣΤΕΣ,
ΕΥΤΥΧΙΣΜΕΝΟΙ ΕΡΑΣΤΕΣ...
Στην έντονα αυτοβιογραφική νουβέλα
"Εραστές, ευτυχισμένοι εραστές... " γραμμένη σε εποχή που ο Βαλερύ
Λαρμπώ είναι ενθουσιασμένος από τον εσωτερικό μονόλογο του Τζέημς Τζόυς, ο
συγγραφέας, ώριμος πια, μοιάζει ν' αναπολεί με νοσταλγία τη νεανική του ζωή.
Ένας νεαρός
άντρας μιλάει σ' ένα ξενοδοχείο της Νότιας Γαλλίας. Δύο κορίτσια, αποκαμωμένα
από την ηδονή και τη σαμπάνια, κοιμούνται στο διπλανό δωμάτιο. Υπήρξε εραστής
της μιας, έχει παίξει με την άλλη, κι έχει παρακολουθήσει τους μεταξύ τους
έρωτες: όλες αυτές τις αναμνήσεις τις ανακαλεί την ώρα που σκέφτεται μιαν άλλη
γυναίκα, απούσα μεν αλλά, αναμφίβολα, τη μόνη αληθινή. (ΑΠΟ ΤΗΝ
ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΣΤΟ ΟΠΙΣΘΟΦΥΛΛΟ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ)
Larbaud, Valery,
1881-1957
Ο Βαλερύ Λαρμπώ
γεννήθηκε και πέθανε στο Βισύ (1881-1957). Ήταν μοναχογιός του φαρμακοποιού Nicolas Larbaud και παραχαϊδεμένος από τους πάμπλουτους γονείς του. Μπήκε εσωτερικός στο
κολέγιο Sainte-Barbe-des-Champs στο Fonteney-aux-Roses: "παλιό
σχολείο, πιο κοσμοπολίτικο κι από παγκόσμια έκθεση". Εκεί είχε συμμαθητές
νεαρούς Νοτιοαμερικανούς, γεγονός που τον οδήγησε αργότερα να πει ότι ο κόσμος
της Καστίλλης υπήρξε η δεύτερη πατρίδα του. Η μύησή του αυτή στον εξωτισμό
έμελλε να τον σημαδέψει για πάντα. Τελειώνει
τον δεύτερο κύκλο των σπουδών του στο λύκειο Henri IV του Παρισιού και μπαίνει στη Σορβόννη. Αφού κληρονόμησε την πατρική
περιουσία στα εικοσιένα του χρόνια, ολοκλήρωσε τη μόρφωσή του με διάφορα
ταξίδια: Ιταλία, Γερμανία, Αγγλία, Σουηδία και, βεβαίως, Ισπανία, την οποία
είχε ήδη επισκεφτεί όταν ήταν δεκαπέντε ετών. Το 1908 πήρε το πτυχίο του της
Φιλολογίας. Εν συνεχεία θα μοιράσει το χρόνο του ανάμεσα στο Παρίσι και την
ιδιαίτερη πατρίδα του. Σύντομα έγινε ο μεγάλος Ευρωπαίος που θα δάνειζε τη
μορφή του στον ήρωα του Barnabooth. To πρώτο του δοκίμιο το
έγραψε όταν ήταν δώδεκα ετών: μια μικρή ιστορία με θέμα τη ζωή στο κολέγιο. Ήδη
από το 1901 άρχισε να συνεργάζεται με το περιοδικό La plume κι έγινε γνωστός με τη μετάφραση του "The Rime of the Ancient Mariner" του Coleridge. Από
το 1902 ως το 1907 συνέγραψε τη συλλογή ποιημάτων "Poemes par un riche amateur", την οποία εξέδωσε ανώνυμα το 1908
και την επανεξέδωσε το 1923 με τον τίτλο "Poesies de A.O. Barnabooth". Το
1906 άρχισε να γράφει τη "Φερμίνα Μάρκες", ένα μικρό μυθιστόρημα το
οποίο ολοκλήρωσε το 1909 και το εξέδωσε το 1911.
Το 1913 κυκλοφορεί το μυθιστόρημά του "Α.Ο. Barnoboth. Le pauvre chemisier. Son journal intime", με το οποίο και καθιερώθηκε. Το 1919, έχοντας γνωρίσει προσωπικά τον James Joyce, γοητεύεται με τον "εσωτερικό μονόλογο" του τελευταίου και χρησιμοποιεί το λογοτεχνικό αυτό σχήμα σε μια συλλογή αφηγημάτων που εκδίδει αργότερα με τίτλο "Εραστές, ευτυχισμένοι εραστές..." Θέλοντας να τιμήσει τον Τζόυς, του προτείνει να ξαναδούν μαζί τη δύσκολη μετάφραση του Οδυσσέα που είχαν εκπονήσει ο A.Morel και ο Stuart Gilbert (1929). Mετά τους "Εραστές...", ο Λαρμπώ σταμάτησε να γράφει μυθιστορήματα και αφιερώθηκε στα δοκίμια, στις κριτικές και τη μετάφραση. Όπως είχε φροντίσει να διαδώσει τη σύγχρονη γαλλική λογοτεχνία στο εξωτερικό, ο Λαρμπώ, χάρη στη γλωσσομάθειά του, αποκάλυψε στους συμπατριώτες του πολλούς σπουδαίους Άγγλους συγγραφείς σαν τον Μπέκετ, τον Τσέστερτον, τον Κόνραντ, τον Τζόυς κτλ., αλλά και άλλους όπως τον Gomez de la Serna και τον Guiraldes. Μπορούσε επιπλέον να διαβάσει με άνεση αρχαία ελληνικά και λατινικά, και γνώριζε καλύτερα από τον καθένα την παλιά γαλλική λογοτεχνία. Η μεγάλη του αγάπη για τη λογοτεχνική έρευνα είναι εμφανής σε έργα του που σήμερα είναι γνωστά στους ανθρώπους των γραμμάτων: "Ce vice inpuni, la lecture" (1925-1941), "Jaune, bleu, blanc, Techniques" (1932), "Aux couleurs de Rome". Χτυπημένος από ημιπληγία τον Οκτώβριο του 1935, ο Λαρμπώ δεν ήταν πλέον σε θέση να εγκαταλείψει το Βισύ.
Αισθησιακός, σκεπτικιστής, λόγιος και τρομερά ακριβολόγος, ο Βαλερύ Λαρμπώ δεν είναι συγγραφέας που απευθύνεται στην πλατιά μάζα. Έχει, ωστόσο, επηρεάσει με τον πιο λεπταίσθητο τρόπο τη γαλλική λογοτεχνία, τόσο στον τομέα της κριτικής όσο και στους τομείς της λογοτεχνίας και της ποίησης.
Το 1913 κυκλοφορεί το μυθιστόρημά του "Α.Ο. Barnoboth. Le pauvre chemisier. Son journal intime", με το οποίο και καθιερώθηκε. Το 1919, έχοντας γνωρίσει προσωπικά τον James Joyce, γοητεύεται με τον "εσωτερικό μονόλογο" του τελευταίου και χρησιμοποιεί το λογοτεχνικό αυτό σχήμα σε μια συλλογή αφηγημάτων που εκδίδει αργότερα με τίτλο "Εραστές, ευτυχισμένοι εραστές..." Θέλοντας να τιμήσει τον Τζόυς, του προτείνει να ξαναδούν μαζί τη δύσκολη μετάφραση του Οδυσσέα που είχαν εκπονήσει ο A.Morel και ο Stuart Gilbert (1929). Mετά τους "Εραστές...", ο Λαρμπώ σταμάτησε να γράφει μυθιστορήματα και αφιερώθηκε στα δοκίμια, στις κριτικές και τη μετάφραση. Όπως είχε φροντίσει να διαδώσει τη σύγχρονη γαλλική λογοτεχνία στο εξωτερικό, ο Λαρμπώ, χάρη στη γλωσσομάθειά του, αποκάλυψε στους συμπατριώτες του πολλούς σπουδαίους Άγγλους συγγραφείς σαν τον Μπέκετ, τον Τσέστερτον, τον Κόνραντ, τον Τζόυς κτλ., αλλά και άλλους όπως τον Gomez de la Serna και τον Guiraldes. Μπορούσε επιπλέον να διαβάσει με άνεση αρχαία ελληνικά και λατινικά, και γνώριζε καλύτερα από τον καθένα την παλιά γαλλική λογοτεχνία. Η μεγάλη του αγάπη για τη λογοτεχνική έρευνα είναι εμφανής σε έργα του που σήμερα είναι γνωστά στους ανθρώπους των γραμμάτων: "Ce vice inpuni, la lecture" (1925-1941), "Jaune, bleu, blanc, Techniques" (1932), "Aux couleurs de Rome". Χτυπημένος από ημιπληγία τον Οκτώβριο του 1935, ο Λαρμπώ δεν ήταν πλέον σε θέση να εγκαταλείψει το Βισύ.
Αισθησιακός, σκεπτικιστής, λόγιος και τρομερά ακριβολόγος, ο Βαλερύ Λαρμπώ δεν είναι συγγραφέας που απευθύνεται στην πλατιά μάζα. Έχει, ωστόσο, επηρεάσει με τον πιο λεπταίσθητο τρόπο τη γαλλική λογοτεχνία, τόσο στον τομέα της κριτικής όσο και στους τομείς της λογοτεχνίας και της ποίησης.
πηγή: http://www.biblionet.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου