Παρασκευή 9 Δεκεμβρίου 2011

ΤΡΙΣΤΑΝ ΚΟΡΜΠΙΕΡ - ΚΑΤΑΡΑΜΕΝΟΣ ΠΟΙΗΤΗΣ



ΑΓΡΥΠΝΙΑ

Αγρύπνια, ζώο αψηλάφητο!
Δεν νιώθεις από αγάπη,
Για να 'ρθεις να λιγοθυμήσεις σαν θα δεις
Κάτω από το κακό σου μάτι, τον άνθρωπο να

δαγκώνει
Τα σεντόνια και μες στην πλήξη να
στριφογυρνά...
Κάτω από το κατάμαυρο διαμάντι του ματιού
σου.

Λέγε! γιατί ενώ περνά κατάλευκη η νύχτα
Ίδια. Κυριακή που βρέχει
Έρχεσαι να μας γλείφεις σα σκυλί;
Ελπίδα ή Πόνος π' αγρυπνά
Στ' αφτί; που γι' άκουσμα τεντώνεται,
Σιγά να μιλά σιγά... και τίποτα να μη μας λέει;

Γιατί στο στεγνό μας λαιμό,
Να γέρνει πάντα η άδεια σου η κούπα
Και την τραχηλιά μας προτεταμένη να αφήνεις;
Σε μας τους διψασμένους Τάλαντους για
χίμαιρα:       -Φίλτρο ερωτικό ή μούργα πικρή
Σταγόνα δροσιάς ή λιωμένο μολύβι.

Αγρύπνια, είσαι ωραία λοιπόν:...
Ε, γιατί ακόλαστη κόρη
Στα γόνατά σου να μας σφίγγεις;
Γιατί στο στόμα μας ν' αγκομαχάς;
Γιατί τον ύπνο μας χαλάς;
Κοιμήσου αν θες μαζί μας...
Γιατί, ωραία έκλυτη της νύχτας
Φοράς στο πρόσωπο τη μαύρη μάσκα;...
- Γεια να ταράζεις όνειρα χρυσά;...
Δεν είναι η αγάπη μες στο σύμπαν;
Αναπνοή της αποκαμωμένης Μεσσαλίνας
Μα όχι ακόμα χορτασμένης!

Αγρύπνια, είσαι η Υστερία...
Είσαι η λατέρνα
Που αλέθει τα Ωσαννά των Εκλεκτών Του;...
- Ή δεν είσαι το αιώνιο πλήκτρο
Πάνω στα νεύρα γραφιάδων κολασμένων
Που γρατζουνά τους στίχους τους - μόν' από
κείνους διαβασμένους;

Αγρύπνια είσαι το θλιμμένο γαϊδουράκι
Του Μπουριντάν η φάλαινα
Της κόλασης; - Το φιλί σου φωτιά
Μια γεύση αφήνει ψυχρή κόκκινου σίδερου...
Ω! έλα και μπες στην κάμαρή μου τη φτωχή...
Μαζί θα κοιμηθούμε δω για λίγο.

Μετάφραση Αλέξης Ζήρας


Θανάσης Παπακωνσταντίνου - Αγρύπνια






Τριστάν Κορμπιέρ
Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Ο Εντουάρ Ζοασίμ Κορμπιέρ, γνωστός ως Τριστάν Κορμπιέρ (18 Ιουλίου1845 – 1 Μαρτίου1875), ήταν Γάλλος ποιητής.
[Επεξεργασία]Βιογραφία
Γεννήθηκε στις 18 Ιουλίου του 1845 στο οίκημα Coat-Congar στο Μορλαί (Φινιστέρ), από το γάμο του Εντουάρ Κορμπιέρ και της Ανζελίκ Ασπασί Πυγιό, οι οποίοι είχαν διαφορά 33 χρόνια: κατά τη γέννησή του, ο πατέρας του ήταν 52 ετών και η μητέρα του 19.

Αφού πέρασε τα παιδικά του χρόνια χωρίς προβλήματα στο οίκημα ντυ Λοναί, ο Κορμπιέρ στάλθηκε στα 14 του χρόνια με επίδομα στο Αυτοκρατορικό Λύκειο του Σεν Μπριέ. Την εποχή αυτή υποφέρει από ρευματική αρθρίτιδα, που θα τον κυριεύσει στιγματίζοντας την ύπαρξή του και θα τον κάνει να μιλήσει για τον εαυτό του. Καθώς η κατάσταση της υγείας του χειροτερεύει, ο Κορμπιέρ οφείλει εγκαταλείψει την επόμενη χρονιά το Σεν Μπριέ για να συναντήσει το θείο του, γιατρό στο επάγγελμα, εγκατεστημένο στην Νάντη. Εισέρχεται στο Λύκειο της Νάντης με την ιδιότητα του εξωτερικού μαθητή. Δυο χρόνια αργότερα, η κατάσταση της υγείας του τον υποχρεώνει να διακόψει τις σπουδές του. Αρχίζει λοιπόν περιθωριακή ζωή· ταξιδεύει στη Νότια Γαλλία, όπου διαβάζει τα έργα του Βίκτωρ Ουγκώ, του Μπωντλαίρ και του ντε Μυσέ. Εγκαθίσταται στο Ροσκόφ, σε σπίτι που ανήκει στους γονείς του. Οι κάτοικοι του χωριού του δίνουν το ψευδώνυμο «Ankou», το φάντασμα δηλαδή του θανάτου, κατ' αναλογία της ισχνότητας και του διαλυμένου βαδίσματός του. Του αρέσει να ανοίγεται στη θάλασσα με τη βάρκα του, τον Négrier (τίτλος του πιο φημισμένου μυθιστορήματος του πατέρα του) και να αφήνεται σε ορισμένες εκφράσεις εκκεντρικότητας. Τη μια μέρα διασκεδάζει μεταμφιεζόμενος σε κατάδικο, γυναίκα ή ζητιάνο, την άλλη ξυρίζοντας τα φρύδια του ή ακόμη περισσότερο, καθώς βρίσκεται για επίσκεψη στη Ρώμη, να σέρνει με λουρί ένα γουρούνι μεταμφιεσμένο σε επίσκοπο κατά την πανήγυρη για τον πάπα. Έτσι ξοδεύει τις μέρες του, ώσπου συναντιέται με μία μικρή Παριζιάνα ηθοποιό την οποία ο Κορμπιέρ αρέσκεται να αποκαλεί Μαρσέλ, αντί για το πραγματικό της όνομα Αρμίντα Ζοζεφίνα Κουτσιάνι· αυτή γίνεται και η μούσα του.
Εγκαταλείποντας το κανονικό του όνομα, Εντουάρ Ζοασίμ, για να επωμιστεί εκείνο το πιο υποδωλητικό του Τριστάνου (Tristan Corbière: triste en corps bière: θλίψη πτώματος σε φέρετρο), δημοσιεύει το 1873 τη μοναδική του ποιητική συλλογή Οι κίτρινες αγάπες, η οποία παραμένει στο περιθώριο. Ο Κορμπιέρ, ο οποίος δεν αναγνωρίστηκε καθόλου όσο ζούσε, θα γίνει γνωστός μετά το θάνατό του λόγω του Βερλαίν, ο οποίος του αφιερώνει ένα κεφάλαιο από το δοκίμιό του Οι καταραμένοι ποιητές (Les Poètes maudits, 1883).
Ο Κορμπιέρ πέθανε στο Μορλαί την 1 Μαρτίου του 1875. Δεν είχε ακόμη κλείσει τα 30 και δεν είχε γνωρίσει παρά μια ζωή γεμάτη απομόνωση, σύντομη και ταλαίπωρη, συνεχώς καθηλωμένος από αρρώστια, άτυχος στον έρωτα, προσκολλημένος σε ένα πάθος μοναδικό και αποκρουστικό· αναμφίβολα, μεταφορικά, η θάλασσα ήταν η πραγματική του σύζυγος. Ο χρόνος αποκατέστησε τον ποιητή στο φως, και το ταλέντο του έγινε γνωστό, ακόμη κι αργά.
Το προσωνύμιο Κίτρινες αγάπες, από τη μοναδική του συλλογή, δόθηκε στην παλιά δημόσια βιβλιοθήκη στο Μορλαί.

Βιβλιογραφία

Jules Laforgue, « Corbière » [notes posthumes], dans Œuvres complètes, t.III, éd. Jean-Louis Debauve, Mireille Dottin-Orsini, Daniel Grojinsowski et Pierre-Olivier Walzer, L'Âge d'Homme, 2000, p. 183-193.
Valery Larbaud, « Tristan Corbière » [traduction de l'article « Sobre Tristan Corbière », La Nacion, (Buenos Aires), juillet 1923], dans Du navire d'argent, Gallimard, 2003, p. 298-308.
T. S. Eliot, The Varieties of Metaphysical Poetry [conférences prononcées en 1933], éd. Ronald Schuchard, London, Faber and Faber, 1993, p. 218-219, 286.
Tristan Tzara, « Tristan Corbière ou les limites du cri » [Texte de la préface aux Amours jaunes, Club Français du Livre, 1950], dans Œuvres complètes, t.5, éd. Henri Béhar, Flammarion, 1982, p.125-135.
Henri Thomas, Tristan le Dépossédé, Gallimard, 1972.
Gérard Macé, « Tristan, le petit mort pour rire », Les Cahiers du Chemin, n°24, 15 avril 1975, p. 183-195.
Jean-Marie Gleize, « Le lyrisme à la question : Tristan Corbière », Poésie et figuration, Le Seuil, 1983, p. 104-125.
Jean-Pierre Richard, « Le pavé de l'ours », Pages paysages, Le Seuil, 1984, p. 21-38.
Tristan Corbière, Poète, en dépit de ses vers [catalogue de l'exposition Corbière organisée par le Musée des Jacobins de Morlaix en 1995, avec de nombreux courts articles, une grande bibliographie et de nombreuses illustrations], Morlaix, Musée des Jacobins, 1995.
Pascal Rannou, Visages de Tristan Corbière, essai, Morlaix, éd. Skol-Vreizh, 1995.
Élisabeth Aragon, « Tristan corbière et ses voix », Voix de l'écrivain : mélanges offerts à Guy Sagnes, Toulouse, Presses Universitaires du Mirail, 1996, p. 179-200.
Hugues Laroche, Tristan corbière ou les voix de la Corbière, Saint-Denis, Presses Universitaires de Vincennes, coll. L'Imaginaire du texte, 1997.
Katherine Lunn-Rockliffe, Tristan Corbière and the poetics of irony, Oxford, Oxford Modern Languages Monographs, 2006.
Pascal Rannou, De Corbière à Tristan - Les Amours jaunes: une quête de l'identité, Paris, Honoré Champion, 2006. Prix Henri de Régnier
Emmanuel Tugny, Corbière le crevant (roman), Editions Léo Scheer, 2007

Δικτυακοί τόποι

Ça, poème préface des Amours jaunes, un e.book de François Moa.


2 σχόλια:

  1. Πολύ καλή η αναρτησή σου .Ξεχωρίζει η πένα του .

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Σ'ευχαριστώ πολύ. Όντως έχει πού δυνατή πένα. Πρέπει να διαβάσεις το "Οι καταραμένοι ποιητές" του Πολ Βερλέν

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Κατερίνα Γώγου «Μου μοιάζει ο άνθρωπος μ' έναν ήλιο, που καίγεται από μόνος του»

  Γράφει η Θέκλα Γεωργίου Επιλογή μουσικής Θέκλα Γεωργίου και Κωνσταντίνος Κοκολογιάννης «Ο μόνος τρόπος να ζήσεις και να πεθάνεις είναι να ...