Τετάρτη 3 Οκτωβρίου 2012

Μάνος Ελευθερίου - Ποιητής και Στιχουργός




Η γριά γοργόνα  

Πώς είναι μια γριά γοργόνα; Πώς είναι τώρα
που βαριέται να ρωτάει
που ξέρει το παιχνίδι του καιρού κι αναγνωρίζει
λάθη και συμβάσεις
και με φανταστικές κινήσεις εννοεί
ό,τι ρωτούσε πάντα;

Πάντα και πάντα ό,τι ρωτούσε και πώς είναι
όταν σε γύρευε μες στις σπηλιές του ύπνου
μες στα χαράματα του πόντου και στα τρελά νερά
παίζοντας με κόκαλα πνιγμένων
τυφλή, κουφή, ξεδοντιασμένη, με ρευματισμούς,
πώς είναι μια ζωή γονατισμένη
τώρα που η δίκαιη κλεψύδρα μένει ακίνητη
καρφωμένη μέσα στο χρόνο της που περιέχει

ή με τα δώρα κάποιου που γερνάει μόνος του στα καφενεία και στα πορνεία

κυνηγημένος από σένα κι από φιλιά φαντάσματα
μ' ένα κορμί που το κατάντησες σαν λατομείο
και δεν ελπίζει να το κοιτάξεις
ή προς το βράδυ να ξεδιαλύνεις τον προσφυγικό του ύπνο
τώρα που σ' αιχμαλώτισαν άλλοι καθρέφτες κι άλλα φώτα
και δεν υπερασπίζεις πια το σώμα σου∙
ανακαλύπτεις τους καθρέφτες μες στο σώμα σου
ή σκουριασμένα σύνεργα ενός παλιού μηχανουργείου
και λες
 μεταμορφώσεις είναι, τίποτ' άλλο.Το ξέρει αυτός, ο συγγενής του κόσμου,
αυτός που είδε αμαρτίες κι αμαρτίες,
στρατούς, παραλυσίες και φυλές,
το ξέρει αυτός πως η ψυχή έχει δικές της αποφάσεις
κι άλλους δρόμους. Πώς δεν σ' το δίδαξε;
Πώς είναι όμως δίχως φάρμακα
 εκείνη
ελπίζοντας μια κάμαρα σ' ένα γηροκομείο
την Κυριακή επισκέψεις από γέρους ναυτικούς
γιατί πια τώρα το 'μαθε καλά

το άλλο μισό του ανθρώπου είναι
το παραμύθι

αλλά κι εσύ γιατί να της παραφερθείς
αφού κοντά της βούλιαξες ολόκληρος
και μόνο το τραγικό σου χέρι φαίνεται
να κρατάει, σαν ψάρι, σπαρταρώντας,
την ψυχή σου.
 


*από την ποιητική συλλογή Το μυστικό πηγάδι (1983)





Την ώρα που έγραφα το μαύρο τ’ όνειρο
της νύχτας
το λευκό χαρτί σιγά σιγά καιγότανε στην άκρη.

Σιγά σιγά κι από την άκρη γίνηκαν κι όλα τ’ άλλα.
Ώσπου με πνίξαν οι καπνοί
κι έμεινα δίχως σπίτι.




Ο Ποιητής

Δεν είσαι συ το αίμα της φωτιάς
 
εσύ που ανοίγεις τη πληγή
 
με το μαχαίρι την αυγή
 

Ο ποιητής είναι παράθυρο ανοιχτό
 
στην εξουσία των καιρών
 
κι έχει τη μνήμη των νεκρών.
 

Μιλά τη γλώσσα του Θεού
 
με τη φωνή του κεραυνού.
 
Μιλά τη γλώσσα του Θεού
 
κι έχει τα μάτια του παντού.
 

Δεν είσαι εσύ αυτός που με κρατά
 
με δυο μαχαίρια σταυρωτά
 
κι έχει στους ώμους του πουλιά.
 

Ο ποιητής φοράει τον ήλιο στα μαλλιά
 
κι ανήκει χώρια καθενός
 
θάλασσα είναι κι ουρανός.
 

Μιλά τη γλώσσα του Θεού
 
με τη φωνή του κεραυνού.
 
Μιλά τη γλώσσα του Θεού
 
κι έχει τα μάτια του παντού.
 







ΜΕΛΑΓΧΟΛΟΥΝ ΟΙ ΠΑΤΡΙΔΕΣ;

«...Αναγκαστικά ο κόσμος θα ξεσηκωθεί. Εκεί χρειάζεται λίγη βοήθεια από τους δημιουργούς. Αλλά θέλει ταλέντο...»

Οι ποιητές έχουν τόσο πλούτο να διαχειριστούν, που με «απόγνωση» κοιτούν το μέλλον. Ως τη στιγμή που γίνονται λέξεις κρεμασμένες σ' αυτό. Και οΜάνος Ελευθερίου. Πρωινό καθημερινής ανταμώσαμε για κουβέντα. Ροφήματα και τσιγάρα. Και η κάπνα. «Μην τη διώχνεις, μου αρέσει» θα με παραινέσει. Σημεία αναφοράς, δεκαετίες τώρα, η ποίηση, οι στίχοι και τα πεζά του. «Ψελλίσματα είναι αυτά που γράφεις. Μπορεί να υπάρχει συνέχεια, μπορεί και όχι. Μερικά πράγματα τα έχω τελειώσει. Τους στίχους μάλλον... κανείς δεν μπορεί να είναι σίγουρος» εξομολογείται. Ένα διαρκές και ευτυχές παρόν στη ζωή του τόπου, που φτάνει ως τα δικά μου 24 χρόνια... Τα «Παραπονεμένα» και τα «Μαλαματένια Λόγια» να συναντούν τον «Άμλετ της Σελήνης» και «Της βροχής» (ξάδερφος του, όπως δηλώνει!).
Διηγήματα για το τότε, το τώρα, το όποτε...
Και τον περασμένο Νοέμβριο, η «Μελαγχολία της πατρίδας μου μετά τις ειδήσεις των οκτώ» από τις εκδόσεις Μεταίχμιο. Διηγήματα, γραμμένα χρόνια πίσω. «Πολλά από αυτά, είναι αυτοβιογραφικά. Αρκετά πρόσωπα είναι ήδη στα μυθιστορήματα, ατμόσφαιρα υπάρχει σ' αυτά, τύποι και καταστάσεις μπλέκονται, και είναι ουσιαστικά ένα».Όνειρα και εφιάλτες, εκφάνσεις της πολυπρόσωπης και καμιά φορά αβάσταχτης πραγματικότητάς μας. Φίλοι που φεύγουν, θύμησες που κυκλώνουν, ο θάνατος, η ανασφάλεια και οι «εχθροί» (βλ. Τρομοϋστερία), η ελληνική επαρχία. Το υποσυνείδητο σε εγρήγορση, το μαγικό (πόσο ανάγκη το έχουμε!) να κάνει κουμάντο!

Οι στίχοι, ο έρωτας, η πολιτική. Μαζί;

Μήτρα των στίχων η ποιητική λαλιά, έτσι που συχνά τα όρια καταργούνται. Λόγια που τραγουδούν την πολυπρόσωπη και αντιφατική ζωή μας. Τον άνθρωπο σ' όλες τις εκφάνσεις του. Κι ο έρωτας, δοσμένος υποδόρια, όχι μελιστάλαχτα ή με... καψούρα. Για τον ίδιο: «Δεν είναι ο δύσκολος δρόμος, απλά, δεν έχω διαλέξει αυτή την επιλογή. Μακάρι να μπορούσα να γράψω έτσι, τα ζηλεύω. Πολλά, είναι τόσο ωραία, που λέω μακάρι να τα είχα γράψει εγώ». «Ή μήπως ήταν αυταπάτη όλα εκείνα που κατάργησαν τους στίχους μας κι η ομορφιά τους εξευτέλισε τα εγκώμια»;αναρωτιέται σ' ένα ποίημα. Τώρα; «Υπάρχουν πάρα πολύ ωραία τραγούδια, στίχοι, και περνάνε στο ντούκου, διότι έχουν ατυχήσει μουσικά και ερμηνευτικά. Και υπάρχουν και τραγούδια που είναι κακοί οι στίχοι, θαυμάσια η μουσική και γίνονται επιτυχία. Την επιτυχία δεν μπορεί κανείς να την προβλέψει καταρχήν. Είναι απ' τα περίεργα που συμβαίνουν. Βέβαια, αν έχει δουλέψει κανένας, σοβαρά και για χρόνια, έρχεται κάποια στιγμή ως φυσικό επακόλουθο. Όταν ξενυχτάς στα μπαρ μέρα νύχτα, δεν ασχολείσαι με το έργο. Δε λέω να κάθεσαι σαν τον ερημίτη σε μια σπηλιά, αλλά ουσιαστικά, η μεγάλη σου μέριμνα, πρέπει να είναι το έργο σου». 
Αντιηρωικοί οι καιροί μας και η κουβέντα για το σύγχρονο πολιτικό τραγούδι αναζωπυρώνεται: «Υπάρχουν πάρα πολλές προϋποθέσεις για να γραφτεί πολιτικό τραγούδι. Βεβαίως, μπορεί να μην έχουμε δικτατορία, αλλά υπάρχουν χίλια άλλα πράγματα που μας καταπιέζουν. Διάβασα ότι 2.000.000 νοικοκυριά στην Ελλάδα ζουν κάτω από το όριο της φτώχειας. Αυτό δεν είναι θέμα για πολιτικό τραγούδι; Εάν τραγουδηθεί σε μια συναυλία -είμαι σίγουρος και αν είναι έξυπνο και καλογραμμένο- νομίζω ότι θα έχει μεγάλη επιτυχία. Βέβαια, τότε, έπαιρναν άλλη διάσταση στις καρδιές των ανθρώπων. Αλλά και τώρα, τα αποτελέσματα των προβλημάτων που απασχολούν τους ανθρώπους, θα τα δεις σε λίγο καιρό, οπότε και αναγκαστικά θα ξεσηκωθούν. Εκεί, χρειάζεται λίγη βοήθεια από τους δημιουργούς. Αλλά, θέλει ταλέντο. Και υπάρχουν σπουδαίοι στιχουργοί, νέοι που μπορούν να κάνουν θαύματα» σχολιάζει.

Όλη η Ελλάδα γράφει;

«Πάντοτε γράφανε. Αλλά οι ποιητικές συλλογές, βγαίνουνε κάθε μέρα μία-δύο.  Που δε γινόταν στα παλιότερα χρόνια. Υπήρχαν άνθρωποι που κρυβόντουσαν κυριολεκτικά. Ο Τέλος Άγρας, προπολεμικά, κρυβότανε πηγαίνοντας στη δουλειά του στην Εθνική βιβλιοθήκη που δούλευε, γιατί τον πλησίαζαν 2-3 την ημέρα λέγοντάς του: «πάρε χειρόγραφα μου να τα διαβάσεις, να μου πεις τη γνώμη σου...» και, τι να του πεις του αλλουνού; Σταμάτα να γράφεις; Θα τον κάνεις εχθρό... Είσαι μεγάλος; Γράψε μου, προλόγισε το βιβλίο μου...
Και τώρα γίνεται αυτό. Άνθρωποι τα στέλνουν σ' όλους τους ποιητές και λένε πέστε μου τη γνώμη σας...
Μα δε γίνεται αυτό το πράγμα...Τι θα πει προλογίστε; Μου έχει συμβεί κι εμένα. Είδα και έπαθα να πείσω μια κυρία, ότι αυτά τα πράγματα γινόντουσαν στον Μεσοπόλεμο (1920-1940). Τι θα πει ο άλλος στον πρόλογο; Τι το θες; Κι αν δε μ' αρέσουν εμένα; Εντάξει είναι ωραία ποιήματα. Τι να κάνω εγώ, να γράψω και πρόλογο, ύμνο δηλαδή; Γιατί, εκεί, περί ύμνου πρόκειται. Κι αν για τα ποιήματα που θα γράψω εγώ τον ύμνο, τα βρει απαίσια ο κριτικός, θα πάρει η μπάλα κι εμένα...»

Είναι καιρός για ποιητές;

«Οι ποιητές δεν είναι για να συναγελάζονται με καμιά εξουσία, πέρα απ' την εξουσία του δίκαιου και τ' ανθρώπινου» διάβασα κάπου. «Υπήρξαν ποιητές σπουδαίοι στον κόσμο που ήταν εξουσία, είχαν βαθμό πρεσβευτού, υπουργού. Αυτό, δεν επηρεάζει το ένα το άλλο, είναι τελείως διαφορετικό. Ας πούμε ότι ένας ποιητής κάνει παρέα με τον Καραμανλή? πέφτει η υπόληψή του; Ή αν κάνει παρέα με την Παπαρήγα -που κι αυτή είναι εξουσία ουσιαστικά- θα γράφει χειρότερα; Τι θα πάθει η ποίησή του;» ενίσταται.
Συλλογίζομαι, αν είναι καιρός για ποιητές. Μήπως τους έχουμε εξορίσει; Ή κρύβονται; «Οι καλοί ποιητές πάντα θα υπάρχουν, πάντοτε γράφουν, εκδίδουν τα βιβλία τους, πάντοτε έχει ένα κοινό ένας καλός ποιητής» κατηγορηματικά σημειώνει. Για να συνεχίσει: «Όταν γίνονται εκδηλώσεις για ποιητές, ποιητικές βραδιές, οι αίθουσες είναι πάντοτε γεμάτες, κι από νέους ανθρώπους, κι αυτό είναι πάρα πολύ σημαντικό». Την ίδια στιγμή, όμως, οι «ειδικοί», ισχυρίζονται ότι «φτωχαίνουμε» τη γλώσσα. «Όχι, το λεξιλόγιο σας δεν είναι καθόλου φτωχό. Εφόσον μπορείς και συνεννοείσαι με τους ανθρώπους, δεν έχει χαθεί τίποτα. Η ελληνική γλώσσα συνέχεια πλουτίζεται. Τώρα, το αν τη λέξη «προχωρημένος», τη λέει ο άλλος «προχώ», το πολύ πολύ να μπει και σε ένα λεξικό αργότερα. Και σ' έναν καλό συγγραφέα, όλα χρειάζονται. Και αυτές οι λέξεις. Αρκεί πώς θα τις χρησιμοποιήσει, με ποιον τρόπο, σε ποια στιγμή του βιβλίου του, σε ποιους ήρωες του βιβλίου θα βάλει αυτά τα λόγια», καταλήγει.

ΚΕΙΜΕΝΟ/ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ: ΑΓΓΕΛΙΚΗ ΠΟΥΛΟΥ







Μάνος Ελευθερίου
Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Ο Μάνος Ελευθερίου (Ερμούπολη Σύρου12 Μαρτίου 1938) είναι Έλληνας ποιητήςστιχουργός και πεζογράφος. Έχει συγγράψει μέχρι τώρα εννέα ποιητικές συλλογές, διηγήματα, μία νουβέλα, δύο μυθιστορήματα, πάνω από 400 τραγούδια και έχει επιμεληθεί διάφορα λευκώματα βασισμένα σε προσωπικές συλλογές του. Παράλληλα έχει εργαστεί ως αρθογράφος, επιμελητής εκδόσεων, εικονογράφος και ραδιοφωνικός παραγωγός.
Για το πρώτο του μυθιστόρημα, ο Καιρός των Χρυσανθέμων, έχει τιμηθεί με το Κρατικό Βραβείο Λογοτεχνίας του 2005. Οι στίχοι του έχουν μελοποιηθεί από όλους σχεδόν τους διαπρεπείς Έλληνες συνθέτες. Έγινε γνωστός ως στιχουργός τη δεκαετία του '70, συνεργαζόμενος με το Μίκη Θεοδωράκη (Λαϊκά: Το παλληκάρι έχει καημό, Σ' αυτή τη γειτονιά, Πολιτεία Γ & Δ), τον Δήμο Μούτση (Ο Άγιος Φεβρουάριος: Η σούστα πήγαινε μπροστά, Άλλος για Χίο τράβηξε, Ο χάρος βγήκε παγανιά) και τον Γιάννη Μαρκόπουλο (Θητεία: Μαλαματένια λόγια, Τα λόγια και τα χρόνια, Παραπονεμένα λόγια). Αργότερα στίχοι του θα γίνουν τραγούδια από τον Γιάννη Σπανό (Η μαρκίζα), τον Σταύρο Κουγιουμτζή (Ελέυθεροι κι ωραίοι, Στα χρόνια της υπομονής), τον Θάνο Μικρούτσικο (Άμλετ της Σελήνης, Δεν είμαι άλλος, Δίκοπη ζωή), τον Ηλία Ανδριόπουλο (Θα σε ξανάβρω στους μπαξέδες) και τον Χρήστο Νικολόπουλο (Διαθήκη, Στων αγγέλων τα μπουζούκια). Θεωρείται μάλιστα ένας από τους πιο χαρακτηριστικούς εκφραστές του έντεχνου λαϊκού τραγουδιού.

Βιογραφικά στοιχεία 

Γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Ερμούπολη της Σύρου. Το 1962, σε ηλικία μόλις 24 χρονών δημοσίευσε την πρώτη του ποιητική συλλογή με τίτλο «Συνοικισμός». Οι πρώτες του πεζογραφικές εμφανίσεις έγιναν με τα διηγήματα «Το διευθυντήριο» και «Η σφαγή» σε αυτοτελή βιβλία το 1964 και 1965. Ο ίδιος όμως σε συνέντευξή του έχει δηλώσει ότι τα έχει «αποκηρύξει σιωπηρά». Εκείνη την εποχή είχε την ευκαιρία να γνωρίσει και να συναναστραφεί με σημαντικές προσωπικότητες από διάφορους χώρους της τέχνης, όπως οι μεγάλοι ζωγράφοι Τσαρούχης και Χατζηκυριάκος-Γκίκας.
Το 1964 πρωτοπαρουσιάστηκε στην ελληνική δισκογραφία με τους στίχους των Ρημαγμένων Κήπων, που εμπιστεύθηκε στο Χρήστο Λεοντή. Ένα χρόνο αργότερα γνωρίστηκε με τον Θεοδωράκη στο Σύλλογο Φίλων Ελληνικής Μουσικής. Ο συγγραφέας Φώντας Λάδης ήταν αυτός που έδωσε στον μουσικοσυνθέτη τα δώδεκα τραγούδια που είχε γράψει ο Ελευθερίου κατά τη διάρκεια της θητείας του -το «Τρένο Φεύγει στις Οκτώ», τη «Νυχτερίδα» και τα υπόλοιπα. Λίγο καιρό πριν κυκλοφορήσει όμως ο δίσκος, τους πρόλαβε η Δικτατορία. Τελικά τα τραγούδια κυκλοφόρησαν το '70 στο εξωτερικό (Παρίσι). Κατόπιν ήρθε η συνεργασία με τον Δήμο Μούτση και τον Άγιο Φεβρουάριο (1971) κι έπειτα η «Θητεία» με τον Γιάννη Μαρκόπουλο. Η ηχογράφηση του δίσκου μάλιστα άρχισε το Νοέμβριο του 1973, λίγες μέρες πριν από τα γεγονότα του Πολυτεχνείου και ο δίσκος κυκλοφόρησε τελικά στη Μεταπολίτευση, το Μάρτιο του 1974. Αργότερα έρχεται η συνεργασία με τον Κουγιουμτζή και τον Νταλάρα. Στον δίσκο "Η Ατέλειωτη Εκδρομή" του 1975 ο Θανάσης Γκαϊφύλλιας μελοποιεί τρία σπουδαία του ποιήματα του Ελευθερίου: Γνωριμία, Εκδρομή, Κιθάρες των νερών.

Παράλληλα γράφει και εικονογραφεί παραμύθια για παιδιά και φροντίζει για την έκδοση λευκωμάτων με θέμα τη Σύρο, την ιδιαίτερη πατρίδα του: («Ενθύμιον Σύρας», «Θέατρο στην Ερμούπολη.» κ.α). Η δεκαετία του ‘90 τον βρίσκει να αρθρογραφεί και να κάνει ραδιοφωνικές εκπομπές στον Αθήνα 9,84 και στο Δεύτερο Πρόγραμμα. Το 1994 παρουσιάζει την πρώτη -και μέχρι σήμερα τελευταία - νουβέλα του, με τίτλο Το άγγιγμα του χρόνου και δέκα χρόνια αργότερα δημοσιεύει το μυθιστόρημα «Ο Καιρός των Χρυσανθέμων, που τιμήθηκε με το Κρατικό Βραβείο Λογοτεχνίας του 2005.
Κυρίαρχο θέμα του βιβλίου είναι το θέατρο, είτε διαμέσου της κεντρικής ηρωίδας και μεγάλης πρωταγωνίστριας Παρασκευοπούλου, είτε διαμέσου των υπολοίπων ηθοποιών αλλά και θεατρικών συγγραφέων που εμφανίζονται στις σελίδες του. Ο Ελευθερίου θα το χαρακτηρίσει θέατρο μέσα στο θέατρο, οι θεατές απλά θα το λατρέψουν και οι κριτικοί θα του πλέξουν εγκώμια. Ως φυσική συνέχεια εκδίδεται το 2006 το δεύτερο μυθιστόρημά του, Η γυναίκα που πέθανε δύο φορές, με θέμα τη ζωή και τον θάνατο της μεγάλης Ελληνίδας ηθοποιού, Ελένης Παπαδάκη. Η εμπορική και καλλιτεχνική επιτυχία και πάλι δεν είναι τυχαία. Ο Ελευθερίου, κατά την προσφιλή τακτική του έχει δουλέψει εξονυχιστικά τα βιβλία του: «Τα μυθιστορήματα με απασχόλησαν τα τελευταία 13 14 χρόνια. Έγραφα μέρα, νύχτα, δεν είδα διακοπές, δεν είδα γιορτές τίποτα»[1]. Εξάλλου, όπως έχει παραδεχθεί: «Ποτέ δεν έγραψα κάτι, χωρίς να γίνουν μετά άπειρες αλλαγές. Ποτέ δεν έγραψα μια πρόταση, χωρίς να κάτσω από πάνω της 100 και 200 φορές να την ξαναδώ, με διαφορετική διάθεση, διαφορετική ώρα και μέρα. Το κοιτάζω, το βλέπω, με αγανακτεί, το ξανακοιτάζω, το δέρνω, μένω εκεί. Αν δεις κάτι που έχεις γράψει και σου αρέσει πολύ, τότε υπάρχει πρόβλημα. Φαίνονται ξέρετε τα εύκολα πράγματα. Δεν τσιμπάει ο αναγνώστης».[1]
Το 2007 εκδίδεται η συλλογή διηγημάτων «Η μελαγχολία της πατρίδας μετά τις ειδήσεις των οκτώ» «Το διήγημα, ως φόρμα είναι δυσκολότερο από ένα μικρό μυθιστόρημα. Πρέπει να εξαντλήσεις όλη σου την τεχνική και να γράψεις μια ολοκληρωμένη, συνοπτική ιστορία χωρίς να παραλείψεις στις περιγραφές σου τίποτα από την ψυχολογία των ηρώων σου και την περιρρέουσα ατμόσφαιρα. Τα διηγήματα της «Μελαγχολίας...» γράφονται επί πολλά χρόνια. Με είχαν στοιχειώσει. …. Το «λάθος» στο διήγημα είναι θανατηφόρο. Το τινάζει στον αέρα». [2]
Πρόσφατα δημοσιεύτηκε και το θεατρικό του έργο «Μπλε μελαγχολία» σε συλλογική έκδοση με άλλους γνωστούς συγγραφείς. Αναμένεται η έκδοση και άλλων μυθιστορημάτων που ο συγγραφέας δεν έχει αποφασίσει να εκδώσει ακόμα.
Τρέφει αντιπάθεια προς τις συνεντεύξεις και προς τον μη ελεγχόμενο προφορικό λόγο. Καθώς όμως μερικές φορές αναγκάζεται να υποκύψει στον πειρασμό της δημοσιεύσιμης συνομιλίας κάποιες από τις αγαπημένες του συνήθειες ή προτιμήσεις έχουν διαρρεύσει στο ευρύτερο αναγνωστικό κοινό. Όπως, λόγου χάρη, ότι απολαμβάνει τη μουσική του Νίνο Ρότα ή ότι θαυμάζει τη ζωγραφική του Δομήνικου Θεοτοκόπουλου. Ότι του αρέσει το ουίσκι. Ότι είναι μανιώδης καπνιστής. Αγαπημένο του χρώμα είναι το μπλε και αγαπημένη του ταινία το φελινικό «Και το πλοίο φεύγει». Ότι φτιάχνει μόνος του σταφύλι γλυκό του κουταλιού...
O ίδιος παραδέχεται χαριτωμένα: «Εγώ θα έλεγα πάλι ότι ήμουν τυχερός. Μέσα από τα τραγούδια γνώρισα εξαιρετικούς ανθρώπους, κέρδισα χρήματα, χρήματα τόσα ώστε να ζω αξιοπρεπώς για πάρα πολλά χρόνια και να αγοράζω πράγματα που με ενδιέφεραν. Αυτή ήταν η ανταμοιβή μου. Τώρα, αν όλα αυτά τα πράγματα είναι καταξίωση και όντως έκανα κάτι σημαντικό, τι να πω, φαίνεται ότι πρέπει να υπάρχει κάπου μια αλήθεια σε όλες αυτές τις υπερβολές». [3]

Έργο 

Ποίηση 

  • Συνοικισμός, 1962, (εξαντλημένο)
  • Μαθήματα μουσικής. 1972, (επανέκδοση από τις εκδόσεις Ύψιλον. 1980)
  • Τα ξόρκια, 1973, (επανέκδοση από τις εκδόσεις Ύψιλον. 1980)
  • Αγρυπνία για το σκοτεινό τρυγόνι στην εκκλησία του προφήτη Ελισσαίου, - 1η έκδ. - Αμοργός, 1975 επανέκδοση από τις εκδόσεις Καστανιώτης 1980 και 2002)
  • Τα όρια του μύθου - Αθήνα : εκδόσεις Γνώση , 1978
  • Το μυστικό πηγάδι - Αθήνα : εκδόσεις Γνώση , 1983
  • Αναμνήσεις από την Όπερα - Αθήνα : εκδόσεις Γνώση, 1987
  • Το νεκρό καφενείο - 1η έκδ. - Αθήνα : Καστανιώτη, 1997
  • Η πόρτα της Πηνελόπης - Αθήνα : Γαβριηλίδης, 2003

Πεζογραφία: 

Μυθιστορήματα
  • Ο καιρός των χρυσανθέμων - 1η έκδ. - Αθήνα : Μεταίχμιο, 2004, (Κρατικό Βραβείο Μυθιστορήματος 2005)
  • Η γυναίκα που πέθανε δύο φορές - 1η έκδ. - Αθήνα : Μεταίχμιο, 2006.
Διηγήματα
  • Το διευθυντήριο.Αθήνα: Φέξης, 1964
  • Η σφαγή. 1965
  • Συλλογικό έργο. Έρωτας σε πρώτο πρόσωπο : 29 ιστορίες που δημοσιεύτηκαν στην εφημερίδα "Τα Νέα" το καλοκαίρι του '97, Αθήνα : Κέδρος, 1997
  • Συλλογικό έργο. Το Χαλάνδρι που γνώρισα : 19 Έλληνες συγγραφείς γράφουν για το Χαλάνδρι, Αθήνα : Ευριπίδης, 2005
  • Η μελαγχολία της πατρίδας μετά τις ειδήσεις των οκτώ - 1η έκδ. - Αθήνα : Μεταίχμιο, 2007
Νουβέλα
  • Το άγγιγμα του χρόνου. - Αθήνα : Καστανιώτη, 1994.
Μαρτυρίες-Ιστορικά
  • Είναι αρρώστια τα τραγούδια (επιμέλεια σειράς Θανάσης Θ. Νιάρχος) - 1η έκδ. - Αθήνα : Καστανιώτη, 2002. (ανθολόγηση κειμένων του συγγραφέα)
  • Η δεκαετία του '60 (μαζί με τον Θανάση Θ. Νιάρχος.) - 1η έκδ. - Αθήνα : Καστανιώτη, 2005.
Μελέτες-Λευκώματα
  • Το θέατρο στην Ερμούπολη τον εικοστό αιώνα, (τέσσερεις τόμοι), Δήμος Ερμούπολης
  • Ο ίσκιος της Αθήνας = Shadows of Athens / φωτογράφιση Εβίτα Μαχαίρα • μετάφραση Mary Kitroeff • κείμενα Μάνος Ελευθερίου. - 1η έκδ. - Αθήνα : Ποταμός, 2002.
Παιδικά
  • Παραμύθια για τον Αυτοκράτορα , Αθήνα Εκδόσεις Γνώση
  • Ένα καράβι μια φορά (εικονογράφηση Σοφία Φόρτωμα.) - Αθήνα : Ωκεανίδα, 1997.
  • Του Γενάρη το φεγγάρι : Παραμύθια για τους δώδεκα (εικονογράφηση Μάνος Ελευθερίου) - Αθήνα : Κέδρος, 1998.
  • Η γάτα που ήθελε να γίνει πουλί ( εικονογράφηση Σοφία Φόρτωμα) - Αθήνα : Ελληνικά Γράμματα, 2000.
  • Ένα καράβι, καραβάκι... •(εικονογράφηση Μαθητές Α΄ δημοτικού 2004-2005 σχολής Ι.Μ.Παναγιωτόπουλου)- 1η έκδ. - Αθήνα : Εκδόσεις της Σχολής Ι. Μ. Παναγιωτόπουλου, 2005

Θέατρο 

  • Μπλε μελαγχολία. Σας αρέσει ο Μπραμς; Άλτιν (Μάνος Ελευθερίου , Μάρω Δούκα , Μένης Κουμανταρέας). - 1η έκδ. - Αθήνα : Κέδρος, 2007.

Σε επιμέλεια του συγγραφέα 

  • Φωτογραφίες και σήματα Ελλήνων και ξένων φωτογράφων της περιόδου 1859-1910, εκδόσεις Γνώση, 1981
  • Ενθύμιο Σύρας, φωτογραφίες και καρτ ποστάλ απο το 1860-1950, εκδόσεις Γνώση,1993
  • Νεοκλασική Ερμούπολη φωτογράφιση Παναγιώτης Δενδρινός , Νίκος Δεσύπρης , Ιάκωβος Καρβώνης , κ.ά. - Αθήνα : Ελληνικά Γράμματα, 2000.
  • Ενθύμιον Σύρου : Σύρος ένα νησί - Μια ιστορία: Καρτ ποστάλ και φωτογραφίες του 19ου και του 20ού αιώνα, μετάφραση Sophia Phocas. - 1η έκδ. - Αθήνα : Ελληνικά Γράμματα, 2001.
  • Ερμούπολη, Μια πόλη στη λογοτεχνία, / επιμέλεια Μάνος Ελευθερίου • επιμέλεια σειράς Κώστας Ακρίβος • φωτογράφιση Καμίλο Νόλλας. - 1η έκδ. - Αθήνα : Μεταίχμιο, 2004.
Φύλαξες τα χρυσά φιλιά μες στ' αργυρά κουτάκια.
Φύλλα ξερά της δάφνης και φύλλα Παραδείσου.
Μες στα βιβλία της αγάπης και μέσα στα λευκώματα
κι αυτό που δεν μπορεί να υποσχεθεί.
Από το ποίημα Μες στα βιβλία της αγάπης,
συλλογή "Η πόρτα της Πηνελόπης"

Σημειώσεις 

  1. ↑ 1,0 1,1 Συνέντευξη στον Δημήτρη Τερζή, op.cit.
  2.  Συνέντευξη στον Αποστόλη Ζώη, Greek American News Agency
  3.  Συνέντευξη στον Δημήτρη Τερζή, περιοδικό "ΛΙΜΑΝΙ, στο τεύχος Σεπτεμβρίου 2006. (αναδημοσίευση στο διαδίκτυο από ithilien.pblogs.gr)
Πηγές 




2 σχόλια:

Κατερίνα Γώγου «Μου μοιάζει ο άνθρωπος μ' έναν ήλιο, που καίγεται από μόνος του»

  Γράφει η Θέκλα Γεωργίου Επιλογή μουσικής Θέκλα Γεωργίου και Κωνσταντίνος Κοκολογιάννης «Ο μόνος τρόπος να ζήσεις και να πεθάνεις είναι να ...